Τρίτη 12 Νοεμβρίου 2019

Λύση στο αλαλούμ με τις ηλεκτρονικές αποδείξεις

Σε χθεσινό άρθρο του ο κύριος Στούπας περιέγραψε με γλαφυρό τρόπο τις αστοχίες που παρατηρούνται στο σχέδιο του Υπουργείου Οικονομικών για αύξηση της υποχρεωτικής χρήσης πλαστικού χρήματος στο 30% του εισοδήματος.
Αδιαμφισβήτητα η χρήση καρτών αντί για μετρητά συνεισφέρει σημαντικά στη μείωση της φοροδιαφυγής. Θυμίζουμε πως το μαύρο χρήμα στην Ελλάδα αγγίζει τα €40 δισ. ετησίως, περίπου το ¼ της ελληνικής οικονομίας. Ως συνέπεια, το κράτος χάνει φορολογικά έσοδα ύψους €10 δισ. τον χρόνο, ποσό που ισοδυναμεί με 4 ΕΝΦΙΑ!!!
Άρα το να ωθήσει τους πολίτες προς την κατεύθυνση της αυξημένης χρήσης ηλεκτρονικών πληρωμών θα συντελέσει στο να μειωθεί ένα μέρος της παραοικονομίας. 
Βέβαια η κυβέρνηση δεν θέτει το μέτρο τόσο για να χτυπήσει τη φοροδιαφυγή, όσο για φορομπηχτικούς σκοπούς. Συγκεκριμένα, για να καλύψει το κενό στον προϋπολογισμό του 2020, αφού υπολογίζει αυξημένα έσοδα €642 εκατ. από τον επιπλέον φόρο που θα επιβληθεί σε όσους δεν πιάσουν το όριο του 30%. Κι αυτό γιατί όχι μόνο δεν τολμά να μειώσει τις κρατικές δαπάνες, αλλά προβλέπει και αύξηση της μισθοδοσίας του δημοσίου κατά €480 εκατ. σε σχέση με το 2019. (Δείτε ΕΔΩ).

Το μέτρο όμως της αυξημένης υποχρεωτικής χρήσης καρτών εγείρει 2 μεγάλα προβλήματα:
1) Με τον υπάρχων περιορισμό στις κατηγορίες πληρωμών που εκλαμβάνονται ως ηλεκτρονικές, ένα μεγάλο ποσοστό φορολογούμενων, κυρίως από τη μεσαία τάξη, ενδέχεται να μην καταφέρει να πιάσει το όριο του 30%. Με άλλα λόγια, όχι μόνο δεν θα δει μείωση των υπέρογκων φορών που επιβλήθηκαν τα τελευταία χρόνια, αλλά θα επιβαρυνθεί και με έξτρα φορολόγηση!
Για τον λόγο αυτό είναι κατ' αρχάς αυτονόητο ο υπολογισμός των απαιτούμενων αποδείξεων να γίνεται με βάση το καθαρό από φόρους εισόδημα και όχι το μικτό. Επίσης, από το εν λόγω εισόδημα θα πρέπει να εξαιρεθούν δαπάνες όπως ενοίκια, δόσεις δανείων, διατροφή παιδιών, τέλη κυκλοφορίας, ΕΝΦΙΑ κ.ά. Πάντα με την προϋπόθεση ότι γίνονται ηλεκτρονικά. 
2) Αφαιρεί τη δυνατότητα στους πολίτες να επενδύσουν ή να αποταμιεύσουν τα χρήματα που πιθανώς τους περισσεύουν. Θα πρέπει λοιπόν σε περίπτωση αγοράς μετοχών, ομολόγων, ακινήτων και οποιασδήποτε άλλης μορφής επένδυση που θα μπορεί φυσικά να δικαιολογηθεί από τα δηλωθέντα εισοδήματα, να θεσπιστεί ένα ποσοστό αυτών των αγορών που να εκπίπτει από την υποχρέωση του ορίου του 30%.
Χρειάζεται οπωσδήποτε να διορθωθούν οι αστοχίες, ώστε το υπό σχεδίαση νομοσχέδιο να μην οδηγήσει σε επιπρόσθετη φορολογική αφαίμαξη τους νομοταγείς φορολογούμενους.
Πχ. για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής θα ήταν αποδοτικότερο να γίνει επαναφορά της έκπτωσης φόρου στις αποδείξεις από συγκεκριμένες κατηγορίες επαγγελματιών. 
Σίγουρα πάντως το ποσοστό του 30% θα πρέπει να επαναξιολογηθεί.
Κάτι πρέπει να κάνουμε λάθος όταν 4 στους 10 πτυχιούχους δε βρίσκουν δουλειά, ενώ από τους υπόλοιπους που εργάζονται, πολλοί υποαπασχολούνται ή δουλεύουν σε τομείς άσχετους με τις σπουδές τους.
Πέραν της οικονομικής κρίσης:
Καταγράφονται χαμηλές επιδόσεις των μαθητών 2βαθμιας εκπαίδευσης σε βασικά μαθήματα και δεξιότητες (μαθηματικά, ανάγνωση, φυσικές επιστήμες).
Παρατηρείται χαμηλή σύνδεση της εκπαίδευσης με τις δεξιότητες και ειδικότητες που καλύπτουν τις σημερινές ανάγκες της αγοράς εργασίας.
Παράδειγμα 1) Δεν έχει αναπτυχθεί επαρκής συνεργασία μεταξύ των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και των επιχειρήσεων.
Παράδειγμα 2) Η πολιτική διεύρυνσης της ανώτατης εκπαίδευσης είχε μεν ως αποτέλεσμα τη μεγάλη αύξηση του αριθμού των εισακτέων, ο βασικός όμως προσανατολισμός των προγραμμάτων σπουδών, σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, ήταν η εκπαίδευση στελεχών της δημόσιας διοίκησης.
Τέλος, υπάρχει στην Ελλάδα υπερπροσφορά εργατικού δυναμικού υψηλής εξειδίκευσης και έλλειψη σε αποφοίτους επαγγελματικών και τεχνικών σχολών (μόνο το 28,8% εγγράφηκε σε επαγγελματικές και τεχνικές σχολές το 2017, έναντι 47,8% στην ΕΕ-28).



Δραστική μείωση της φορολογίας και ενίσχυση του κοινωνικού κράτους μπορεί να γίνει μόνο αν μειωθεί η σπατάλη του κράτους. 
Οι μειώσεις φόρων το 2020 θα είναι τελικά λιγότερες από την αρχική εκτίμηση. 
Επίσης, το επίδομα €2.000 για κάθε παιδί που γεννιέται πιθανότατα να δίνεται σε 2 δόσεις, μία κάθε χρόνο, αντί για εφάπαξ, ενώ δε θα το λαμβάνει ένα ποσοστό οικογενειών με μεγαλύτερα εισοδήματα. 
Όλα αυτά επειδή πολύ απλά δεν περικόπτονται οι δαπάνες, ώστε να δημιουργηθεί επαρκής δημοσιονομικός χώρος.
Για παράδειγμα, η μισθοδοσία του δημοσίου στο προσχέδιο προϋπολογισμού 2020 εμφανίζεται αυξημένη κατά €480 εκ σε σχέση με φέτος. Όταν μάλιστα επί ΣΥΡΙΖΑ είχε ήδη αυξηθεί κατά €2 δις, κυρίως λόγω των 104 χιλιάδων προσλήψεων που έγιναν την προηγούμενη τετραετία. 


Ένα 2ο παράδειγμα είναι οι περίπου 800 δημόσιοι οργανισμοί που χρειάζονται αναδιάρθρωση (συγχώνευση ή κατάργηση) και που δυστυχώς αρκετοί εξ αυτών είναι φαντάσματα και λειτουργούν μόνο και μόνο για ρουσφετολογικούς λόγους.