Πέμπτη 14 Δεκεμβρίου 2017

Πρόταση κλιμακωτής μείωσης του πλεονάσματος τα έτη 2019-2022

Το καλοκαίρι του 2018 δεν τελειώνει το μνημόνιο. Τα χρήματα που λαμβάνουμε από τους Ευρωπαίους τελειώνουν. Θα εξακολουθούμε να εφαρμόζουμε νέα, σκληρά μέτρα, ώστε να επιτυγχάνουμε δύσκολους δημοσιονομικούς στόχους.
Πιο συγκεκριμένα, το 2019 θα περικοπούν περαιτέρω οι συντάξεις μέσω της κατάργησης της "προσωπικής διαφοράς", ενώ το 2020 (πιθανώς και νωρίτερα) θα μειωθεί δραστικά το αφορολόγητο όριο, επιβαρύνοντας σημαντικά την πλειοψηφία των πολιτών.
Τα 2 αυτά μέτρα έχουν συμφωνηθεί μεταξύ της κυβέρνησης και των δανειστών για να εξασφαλιστεί ότι η χώρα θα παράγει σταθερά πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 3,5% του ΑΕΠ την πενταετία 2018-2022. Από το 2023 έως το 2060, ο στόχος του πλεονάσματος πέφτει στο 2% του ΑΕΠ.
Η συγκεκριμένη συμφωνία είναι αρκετά οξύμωρη. Το λογικό θα ήταν το αντίθετο. Δηλαδή τα πρώτα χρόνια τα πλεονάσματα να ήταν χαμηλότερα ώστε να δοθεί ανάσα στην οικονομία να ανακάμψει. Εφόσον αυτό είχε επιτευχθεί, να αυξάνονταν σταδιακά οι δημοσιονομικοί στόχοι, οι οποίοι θα τροφοδοτούνταν από την ισχυρή ανάπτυξη και όχι από οριζόντιες περικοπές. 
Ο προϋπολογισμός του 2018 έχει ήδη κατατεθεί για να φέρει 3,5% πρωτογενές πλεόνασμα κι αυτό δεν μπορεί να αλλάξει. Εκείνο όμως που μπορεί να τεθεί υπό συζήτηση στις διαπραγματεύσεις για την επόμενη μέρα είναι το ύψος των πλεονασμάτων τα έτη 2019-2022. 
Η Ελλάδα θα πρέπει να καταθέσει την εξής εναλλακτική πρόταση: αντί για σταθερά πλεονάσματα 3,5% για 5 χρόνια και απότομη πτώση στο 2% το 2023, σταδιακή μείωση σε 3% το 2019, 2,75% το 2020, 2,5% το 2021, 2,25% το 2022 και τέλος 2% το 2023.   
Με αυτό τον τρόπο θα δοθεί δημοσιονομικός χώρος 1 δισ. το 2019 και επιπλέον 500 εκατ. για κάθε επόμενο έτος, που θα επιτρέψει τη μείωση φόρων και την αύξηση δημοσίων επενδύσεων και κοινωνικών δαπανών. Έτσι θα επιτευχθεί μεγαλύτερη οικονομική ανάπτυξη, η οποία με τη σειρά της θα αυξήσει τα δημόσια έσοδα. Όπως μάλιστα φαίνεται και στον παρακάτω πίνακα, η σχέση Χρέους / ΑΕΠ αναμένεται να είναι χαμηλότερη σε σύγκριση με την πρόβλεψη βάσει της σημερινής συμφωνίας, λόγω της αύξησης του ΑΕΠ.
πιν

* ΣΗΜ: 1) το χρέος κεντρικής κυβέρνησης στα τέλη του 2017 αναμένεται στα €333,8 δις. Για την ανάγκη της μελέτης το ποσό αυτό μεταβάλλεται μόνο από το τελικό πλεόνασμα. Δε λαμβάνονται υπόψη τυχόν άλλοι παράγοντες, όπως η δημιουργία προσωρινού "μαξιλαριού" μερικών δις, η οποία προβλέπεται στον προϋπολογισμό του 2018.
2) Η εφαρμογή των βραχυπρόθεσμων μέτρων για το χρέος αναμένεται να διατηρήσει σταθερά τα επιτόκια του ESM στα σημερινά επίπεδα περί του 1%, ανεξάρτητα από τυχόν μελλοντική αύξηση του κυμαινόμενου επιτοκίου Euribor. 
Για να κερδίσεις την εμπιστοσύνη εκείνων που σου δανείζουν τα χρήματα τους είναι  απαραίτητο να καταθέσεις το δικό σου βιώσιμο σχέδιο για την επόμενη ημέρα. Αυτό δυστυχώς δεν το έχουν καταφέρει 8 χρόνια μέχρι σήμερα οι κυβερνώντες και το πιθανότερο δε θα το κάνουν και αυτή τη φορά. Εξίσου όμως σημαντικό είναι να προτείνεις αξιόπιστες εναλλακτικές λύσεις, που είναι προς το αμοιβαίο συμφέρον. Η παραπάνω λοιπόν πρόταση συγκεντρώνει αρκετές πιθανότητες να γίνει αποδεκτή και μακάρι να υιοθετηθεί από την ελληνική πλευρά.

Τετάρτη 13 Δεκεμβρίου 2017

Χιλιάδες προσλήψεις ημετέρων στο δημόσιο το 2018

Δυσάρεστη έκπληξη προκαλεί η μεγάλη αύξηση κατά €443 εκατ. της μισθολογικής δαπάνης του δημοσίου, όπως προβλέπεται στον προϋπολογισμό του 2018. Είναι ασφαλώς συνέπεια των αθρόων προσλήψεων που λαμβάνουν χώρα και αναμένεται να ενταθούν την επόμενη χρονιά. Πιο συγκεκριμένα, με βάση τα στοιχεία της απογραφής του Υπ. Διοικητικής Ανασυγκρότησης, από το 2015 μέχρι τον Αύγουστο έχουν γίνει 41.090 προσλήψεις στο στενό και ευρύτερο δημόσιο, εκτός ΑΣΕΠ οι περισσότερες. Σε αυτές δε συμπεριλαμβάνονται οι στρατιές "συμβούλων" που αυθαίρετα έχουν διοριστεί στις ΔΕΚΟ.
Με βάση την αναλογία 1 πρόσληψη για κάθε 5 αποχωρήσεις (1 προς 4 από το 2017) θα έπρεπε να είχαν προληφθεί 6.852 άνθρωποι, καθώς το ίδιο διάστημα αποχώρησαν προς συνταξιοδότηση 33.048 δημόσιοι υπάλληλοι. Το επιπλέον κόστος δηλαδή από τις 34.000 παραπάνω προσλήψεις αγγίζει σε ετήσια βάση τα €600 εκατ. Το χειρότερο μάλιστα είναι ότι οι προσλήψεις αυτές δεν κάλυψαν θέσεις σε ειδικότητες που υπάρχει ανάγκη, όπως νοσηλευτές, γιατροί, εφοριακοί κ.αλ., αλλά κυρίως θέσεις περιορισμένης ευθύνης.
Η αύξηση των €443 εκατ. δεν μπορεί να δικαιολογηθεί ούτε από την αλλαγή των εργοδοτικών εισφορών του δημοσίου από 3,33% σε 6,67%. Επίσης, δεν ευσταθεί το επιχείρημα που χρησιμοποιεί το Υπ. Οικονομικών στην εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού, ότι ευθύνεται "η συνεχιζόμενη από το 2017 μείωση του αριθμού των αποχωρήσεων λόγω συνταξιοδότησης", καθώς οι αποχωρήσεις το 2016 ήταν 9.810, το 2017 αναμένονται περί τις 8.000 – 9.000, ενώ κανείς δεν μπορεί να μαντέψει πόσες θα είναι του χρόνου.       
Την ίδια στιγμή: 
1) Περικόπτονται €900 εκατ. για κοινωνικές δαπάνες, όπως το ΕΚΑΣ, το επίδομα θέρμανσης, η επιχορήγηση των νοσοκομείων και διάφορα άλλα προνοιακά επιδόματα. 
2) Χάνονται χιλιάδες θέσεις εργασίας, λόγω των ελάχιστων δημόσιων επενδύσεων που πραγματοποιούνται (μειωμένες κατά 4 δισ. έναντι του στόχου στο 10μηνο 2017).
3) Ναρκοθετείται η ανάπτυξη από τη συνεχή επιβολή φόρων: 12 νέοι φόροι το 2018 και συνολικά 9 δισ. φορολογικά μέτρα από το 2015 μέχρι σήμερα, χωρίς να συμπεριλαμβάνεται η μείωση του αφορολόγητου από 1/1/2020.
Θα περίμενε λοιπόν κανείς ότι η κυβέρνηση αναλογιζόμενη τα μεγάλα βάρη που φορτώνει στους πολίτες, θα προσπαθούσε τουλάχιστον να γιατρέψει τον μεγάλο ασθενή, το δημόσιο. Αντί αυτού, συνεχίζει με αμείωτη ένταση το βόλεμα των δικών της παιδιών και το χτίσιμο πελατειακού κράτους, εις βάρος των δημόσιων οικονομικών και των Ελλήνων φορολογούμενων. Βγάζει επιδεικτικά τη γλώσσα της στους νέους, που 1 στους 2 είναι άνεργος και που αναγκάζονται να μεταναστεύσουν στο εξωτερικό κατά χιλιάδες, δηλώνοντας ως βασικό αίτιο της φυγής τους την έλλειψη αξιοκρατίας.
Είναι πραγματικά ντροπή μετά από τόσα χρόνια κρίσης και γενικής καθίζησης να συνεχίζονται οι ρουσφετολογικές προσλήψεις και να κυριαρχεί η λογική των πελατειακών σχέσεων. Να θυσιάζονται όλα στο βωμό της ψηφοθηρίας. Τελικά δε διδαχθήκαμε τίποτα από τα λάθη μας;

To καλοκαίρι τελειώνουν τα χρήματα του μνημονίου, όχι τα μέτρα

Την άνοιξη του 2018 θα τρέξει η 4η και τελευταία αξιολόγηση του μνημονίου. Η επιτυχής ολοκλήρωσή της δε θα είναι καθόλου εύκολη υπόθεση. Όλα τα εκκρεμή ζητήματα θα πρέπει να διευθετηθούν σε πολύ σύντομο διάστημα.
Περιλαμβάνονται συνολικά 82 προαπαιτούμενες δράσεις, όπως η διαδικασία επιλογής 3.200 διευθυντών του δημοσίου μέσω ΑΣΕΠ, η ολοκλήρωση μεγάλου αριθμού ιδιωτικοποιήσεων, η πώληση μονάδων της ΔΕΗ, η μείωση των κόκκινων δανείων, η αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών με τις αλλαγές που θα επιφέρει στον ΕΝΦΙΑ, ο εξορθολογισμός των δαπανών υγείας κλπ.
Ένα εξίσου μεγάλο ερωτηματικό είναι αν θα προκύψει ανάγκη για νέα χρηματοδότησή των τραπεζών μετά την ολοκλήρωση των stress tests και τον έλεγχο του ενεργητικού τους.
Εφόσον κλείσουν έγκαιρα όλες οι εκκρεμότητες της 4ης αξιολόγησης και δεν προκύψουν προβλήματα με τις τράπεζες, η Ελλάδα θα ολοκληρώσει τον 8ετή κύκλο των μνημονίων και θα βγει μόνη της στο μέλλον να δανειστεί από τις αγορές. Από την τελευταία δόση θα λάβει επιπλέον €9 δις, που θα χρησιμοποιηθούν το πρώτο διάστημα ως ένα «μαξιλάρι» σε περίπτωση που δεν καταφέρει να αντλήσει από τις αγορές όλα τα απαιτούμενα κεφάλαια.
Η συγκυρία είναι ευνοϊκή. Η Ευρώπη δείχνει να ξεπερνάει την κρίση και αναπτύσσεται με υψηλούς ρυθμούς, το ίδιο και οι ΗΠΑ. Τα επιτόκια των κρατικών ομολόγων βρίσκονται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα. Υπάρχει βέβαια ο κίνδυνος στα μέσα του 2018 η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να διακόψει το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, κάτι που θα επηρεάσει αρνητικά τα ελληνικά ομόλογα. Η μέχρι τώρα πολιτική της όμως δείχνει πως οποιαδήποτε μεταβολή θα γίνει σταδιακά και με ήπιο τρόπο.
Οι Ευρωπαίοι θέλουν να ξεμπερδεύουν με την Ελλάδα. Δεν επιθυμούν σε καμία περίπτωση να δώσουν κι άλλα χρήματα. Ούτε καν δείχνουν να προτιμούν τη λύση της προληπτικής πιστωτικής γραμμής από τα αδιάθετα χρήματα του 3ου μνημονίου (περίπου 25 δις), διότι κάτι τέτοιο θα πρέπει να έχει την έγκριση των κοινοβουλίων τους.
Ασφαλώς εξακολουθούν να μην έχουν καμία εμπιστοσύνη στις ελληνικές κυβερνήσεις. Φοβούνται ότι αν δεν υπάρχει κάποιο περιοριστικό πλαίσιο, αυτές θα παρεκτραπούν στις ίδιες πρακτικές που οδήγησαν τη χώρα στη χρεοκοπία το 2010.
Για το λόγο αυτό πέτυχαν η κυβέρνηση να νομοθετήσει προκαταβολικά τη μείωση των συντάξεων από 1/1/2019 και τη μείωση του αφορολόγητου από 1/1/2020 (ίσως κι από το 2019 αν δεν πιαστούν οι στόχοι). Επίσης, να υιοθετήσει για την επόμενη πενταετία 2018-2022 υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ. Σε περίπτωση που δεν επιτυγχάνεται ο στόχος θα ενεργοποιείται αυτόματα ο «κόφτης».
Όσον αφορά το χρέος, το πιθανότερο είναι να γίνουν μεν διευκολύνσεις στην εξυπηρέτησή του, αυτές όμως να συνδεθούν με την υποχρεωτική εφαρμογή προσυμφωνημένων μεταρρυθμίσεων από την πλευρά της Ελλάδας. Τέτοιες «ευκολίες πληρωμών» είναι πχ. η επέκταση της περιόδου χάριτος για την πληρωμή των τόκων του 2ου μνημονίου (λήγει το 2022) και το σπρώξιμο των δόσεων του 1ου μνημονίου μερικά χρόνια πιο πίσω (ξεκινούν το 2020). Ασφαλώς είναι πολύ σημαντικές για τη βιωσιμότητα της χώρας. Στην παρούσα φάση όμως πολύ δύσκολα θα δούμε μια βαθιά και γενναία αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους.