Τρίτη 25 Ιουλίου 2017

Έξοδος στις αγορές: Θετικό βήμα, δύσκολη η συνέχεια

Η πρόωρη ανανέωση του ελληνικού ομολόγου που έληγε το 2019 στέφθηκε από επιτυχία. Έτσι η Ελλάδα μετά από 3 χρόνια απουσίας κατόρθωσε, έστω δοκιμαστικά, να κάνει την επανεμφάνισή της στις διεθνείς αγορές και να δανειστεί από τους επενδυτές.
Τέσσερις παράγοντες οδήγησαν στην επιλογή να γίνει τώρα η απόπειρα εξόδου:
1. Η διεθνής οικονομική συγκυρία ήταν ευνοϊκή. Σε ένα περιβάλλον μηδενικών επιτοκίων όλοι ψάχνουν απεγνωσμένα υψηλές αποδόσεις. Τα ελληνικά ομόλογα λοιπόν ήταν ιδανική περίπτωση, μιας και υπάρχει το κέλυφος ασφάλειας του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης, που κατέχει πάνω από τα 2/3 του ελληνικού χρέους.
2. Το θετικό κλίμα που έχει διαμορφωθεί μετά το κλείσιμο της 2ης αξιολόγησης και η πεποίθηση ότι αφήνουμε τα χειρότερα πίσω μας.
3. Η δύσκολη συνέχεια, με την έναρξη της 3ης αξιολόγησης το Σεπτέμβριο, καθώς και το ενδεχόμενο διακοπής του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης και της πολιτικής αρνητικών επιτοκίων.
4. Η κυβέρνηση χρειαζόταν επικοινωνιακά μια επιτυχία, ώστε να διασκεδάσει τις εντυπώσεις από την κακή διαχείριση των καθημερινών προβλημάτων και την αποτυχία επίτευξης στρατηγικών στόχων, όπως η ελάφρυνση του χρέους.
Επιστρέψαμε λοιπόν εκεί που ήμασταν το 2014. Πιο σοφοί και πιο ρεαλιστές ασφαλώς ως έθνος και ως πολίτες. Με μεγάλες όμως πληγές, όπως τα capital controls, αρκετές επιπλέον θυσίες, χαμένες ευκαιρίες για την οικονομία και έχοντας χάσει την αξιοπιστία μας.
Το επιτόκιο που δανειστήκαμε ήταν αναμενόμενα υψηλό, 4,75%. Δημοσιονομικά υπάρχει μια μικρή ωφέλεια €8 εκ ετησίως, καθώς το επιτόκιο που είχαμε δανειστεί το 2014 ήταν στο 4,95%
Η σύγκριση όμως των δύο επιτοκίων που επιχειρεί να κάνει η κυβέρνηση ως επιχείρημα βελτίωσης έναντι της περιόδου Σαμαρά είναι λανθασμένη. Το 2014 δεν υπήρχε ποσοτική χαλάρωση και το μέσο επιτόκιο (Euribor 3μήνου) ήταν 0,3%, ενώ σήμερα είναι -0,4%. Επίσης, η σύγκριση πρέπει να γίνεται με το επιτόκιο που δανείζεται μια ισχυρή οικονομικά χώρα, η Γερμανία. Την άνοιξη 2014 το ελληνικό επιτόκιο 5ετούς ομολόγου ήταν υψηλότερο από το αντίστοιχο γερμανικό κατά 4,4% (4,95% έναντι 0,55%). Αυτό είναι το περίφημο spread. Σήμερα όμως το γερμανικό επιτόκιο έχει γίνει αρνητικό -0,15%, άρα υπάρχει διεύρυνση του spread κοντά στα επίπεδα του 5%.
.
Το επιτόκιο πάντως μπορεί να μειωθεί δραστικά αν η Ελλάδα εφαρμόσει της αναγκαίες δομικές αλλαγές και ολοκληρώσει επιτυχώς το πρόγραμμα.Παρατηρώντας το παράδειγμα της Πορτογαλίας θα δούμε ότι το 2014 όταν έβγαινε από το μνημόνιο ξεκίνησε να δανείζεται με περίπου 5% και σήμερα το 5ετές ομόλογό της είναι στο 1,15% και το 10ετές στο 2,9%!
Οι προκλήσεις λοιπόν και τα δύσκολα είναι μπροστά μας.
Το Σεπτέμβριο έρχεται η 3η αξιολόγηση που περιλαμβάνει συνδικαλιστικό νόμο, αξιολόγηση στο δημόσιο, έλεγχο επιδομάτων, άνοιγμα αγορών και κλειστών επαγγελμάτων, ΔΕΗ, αποκρατικοποιήσεις κ.α. Ζητήματα που χτυπούν το κυβερνών κόμμα στα ευαίσθητα σημεία του. Αν λοιπόν υπάρξουν νέες καθυστερήσεις και οι γνωστές εντάσεις, αυτό θα αποθαρρύνει ανθρώπους που σκέφτονται να δανείσουν με τα χρήματά τους την Ελλάδα και θα οδηγήσει σε αύξηση τα επιτόκια δανεισμού.
Επίσης, αρχές του 2018 διαφαίνεται η διακοπή του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Αντί δηλαδή να αγοράζει ομόλογα, ρίχνοντας έτσι χρήμα στην αγορά, θα προχωρήσει σε μαζικές πωλήσεις τους. Η συγκυρία που θα δημιουργηθεί σίγουρα δε θα είναι ευνοϊκή για την Ελλάδα που θα ψάχνει για υποψήφιους αγοραστές.
Το πλέον σημαντικό είναι η χώρα να σταματήσει να βαδίζει με το... «βλέποντας και κάνοντας». Να χαράξει έναν μακρόπνοο σχέδιο σταδιακής εξόδου από το καθεστώς διεθνής επιτήρησης, που θα το ακολουθήσει πιστά. Κύρια προϋπόθεση το πολιτικό σύστημα να αφήσει επιτέλους στην άκρη τις επικοινωνιακές τακτικές και τις μικροπολιτικές σκοπιμότητες και να βάλει πάνω από όλα το εθνικό συμφέρον.

Τετάρτη 12 Ιουλίου 2017

Είναι εφικτή η έξοδος στις αγορές;

Η διεθνής οικονομική συγκυρία είναι ευνοϊκή για την Ελλάδα. Σε ένα περιβάλλον μηδενικών επιτοκίων οι επενδυτές ψάχνουν απεγνωσμένα υψηλές αποδόσεις σε ασφαλή ομόλογα. Ως τέτοια κατατάσσονται πλέον τα ελληνικά, διότι βρίσκονται κάτω από το κέλυφος ασφάλειας του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης, ο οποίος κατέχει πάνω από τα 2/3 του ελληνικού χρέους.
Δίνεται λοιπόν η ευκαιρία στη χώρα να αναχρηματοδοτήσει από τις αγορές το ομόλογο των €2 δις που είχε εκδοθεί το 2014 και λήγει στις 18 Ιουλίου. Με αυτό τον τρόπο θα εξοικονομηθεί αντίστοιχο ποσό από τη δόση που θα λάβουμε εντός των επόμενων ημερών, ώστε να πέσει στην πραγματική οικονομία.

Μια τέτοια επιτυχή δοκιμαστική προσπάθεια σημαίνει όμως ότι ανοίγει ο δρόμος για συστηματική έξοδο στις αγορές από τον Αύγουστο 2018, όταν και λήγει το 3ο μνημόνιο?

Ο δρόμος μέχρι τότε είναι μακρύς και δύσβατος. Η 1η αβεβαιότητα σχετίζεται με το αν θα φτάσουμε αισίως στο τέλος του τρίτου μνημονίου. Για να ολοκληρωθεί επιτυχώς το πρόγραμμα πρέπει σε ένα χρόνο να κλείσουμε 4 αξιολογήσεις, τη στιγμή που σε δύο χρόνια κλείσαμε μόλις 2. Τα προαπαιτούμενα δεν περιλαμβάνουν μεν δημοσιονομικά μέτρα, αλλά διαρθρωτικές αλλαγές, οι οποίες πιθανότατα θα οδηγήσουν σε αντιδράσεις από οργανωμένες κοινωνικές ομάδες, δημιουργώντας απροθυμία στους κυβερνώντες να τις εκτελέσουν. Τυχόν νέες καθυστερήσεις όχι μόνο θα στερήσουν τα πολύτιμα χρήματα των δόσεων, αλλά θα εκτροχιάσουν και τα χρονοδιαγράμματα.

Η 2η αβεβαιότητα σχετίζεται με το διεθνές οικονομικό περιβάλλον που θα έχει διαμορφωθεί σε ένα χρόνο από τώρα. Αν η ΕΚΤ σταματήσει στις αρχές του 2018 την ποσοτική χαλάρωση και ξεκινήσει τη διαδικασία μαζικής πώλησης ομολόγων, τότε η πτώση της τιμής τους θα είναι ραγδαία. Ασφαλώς σε μια τέτοια αρνητική συγκυρία θα είναι πολύ δύσκολο για την Ελλάδα  να επιτύχει ευνοϊκές συνθήκες δανεισμού.  
  
Η 3η αβεβαιότητα αφορά την έλλειψη εμπιστοσύνης των τρίτων προς εμάς. Όπως και να είναι τα πράγματα, η ελληνική κυβέρνηση θα προσπαθήσει να βγει στις αγορές το Σεπτέμβριο 2018 μόνη της, χωρίς το μαξιλάρι της προληπτικής πιστωτικής γραμμής. Ο προφανής στόχος είναι να δείξει ότι η χώρα βγαίνει από τα μνημόνια και με αυτό το ισχυρότατο επιχείρημα να προκηρύξει πρόωρες εκλογές (πριν ενεργοποιηθούν από 1/1/2019 οι περικοπές συντάξεων). Θυμίζουμε όμως ότι κάτι τέτοιο επιχείρησε να κάνει και ο κ. Σαμαράς το φθινόπωρο 2014, όταν και είπε ότι θα διώξει το ΔΝΤ και η Ελλάδα θα δανειστεί μόνη της. Ως συνέπεια, την επόμενη ημέρα τα spreads των ελληνικών ομολόγων σκαρφάλωσαν στο Θεό, αναγκάζοντας τον να κάνει στροφή 180 μοιρών.

Με απλά λόγια όταν ο ασθενής μετά από 8 χρόνια στην εντατική κατεβαίνει στην αυλή να παίξει ποδόσφαιρό, ακόμα κι αν αυτός νιώθει γερός, οι γύρω του ίσως δεν έχουν την ίδια άποψη.

Με βάση όλα τα παραπάνω, ο πιο ρεαλιστικός στόχος είναι η προσπάθεια εξόδου στις αγορές το 2018, έχοντας όμως εξασφαλίσει μια ανοιχτή γραμμή χρηματοδότησης από τον ευρωπαϊκό μηχανισμό στήριξης σε περίπτωση που τα πράγματα δεν εξελιχθούν ομαλά. Η ασφάλεια του ESM θα αποτελέσει για τους επενδυτές μια μορφή εγγύησης των χρημάτων τους και θα αμβλύνει τις επιφυλάξεις τους να δανείσουν την Ελλάδα. Τα χρήματα της προληπτικής πιστοληπτικής γραμμής  θα προέλθουν από τα αδιάθετα κεφάλαια της 3ης ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών (σχεδόν €20 δις).

Το πρόβλημα όμως με αυτό το σενάριο είναι ότι πιθανώς οι Ευρωπαίοι δανειστές να αξιώσουν νέα μέτρα. Θα πρέπει λοιπόν η ελληνική πλευρά να ζητήσει κάτι τέτοιο να συμβεί ΜΟΝΟ σε περίπτωση που τελικώς η Ελλάδα τραβήξει χρήματα από την προληπτική γραμμή και ΌΧΙ όσο μπορεί και δανείζεται από τις αγορές. Σε καμία περίπτωση πάντως τα μέτρα δεν μπορεί να είναι δημοσιονομικά, αλλά μόνο διαρθρωτικά. Ήδη η βουλή έχει νομοθετήσει σκληρά μέτρα για τα έτη 2019-20, έχει δεσμευθεί για πολύ υψηλά πλεονάσματα 3,5% έως το 2022 και έχει υπογράψει τον κόφτη αν υπάρξει απόκλιση από το στόχο. Αυτά είναι ήδη υπερβολικά πολλά και πρέπει να χαλαρώσουν. Αν η όλη διαδικασία εξελιχθεί σε ένα συγκεκαλυμμένο 4ο μνημόνιο, τότε δεν έχει κανένα νόημα.

Το στοίχημα είναι η Ελλάδα να βγει σταδιακά από το καθεστώς διεθνής επιτήρησης. Για να συμβεί αυτό θα πρέπει να καταπολεμήσει τις χρόνιες παθογένειες και να βελτιώσει την εικόνα της το συντομότερο δυνατό.