Τετάρτη 22 Φεβρουαρίου 2017

Συμφωνήσαμε το μείγμα πολιτικής που προτείνει το ΔΝΤ

Στο χθεσινό Eurogroup όλες οι πλευρές έκαναν ένα βήμα πίσω, προ του διαφαινόμενου ναυαγίου. Συμφώνησαν σε ένα γενικό πλαίσιο, το οποίο θα συζητηθεί αναλυτικά με την επιστροφή των τεχνικών κλιμακίων στην Αθήνα την ερχόμενη εβδομάδα. Κυρίως ήταν η ελληνική πλευρά αυτή που διένυσε τα περισσότερα βήματα, ώστε να καλυφθεί η απόσταση που τη χώριζε από τους δανειστές.
Από τη μία πλευρά, δέχθηκε να νομοθετήσει άμεσα τα μέτρα που ζητούσαν οι θεσμοί:
1) τη μείωση του αφορολόγητου, που πιθανώς να εφαρμοσθεί από 1/1/2018
2) τη σταδιακή κατάργηση της προσωπικής διαφοράς στις συντάξεις, η οποία θα ξεκινήσει από 1/1/2019
3) την αύξηση του μηνιαίου ορίου ομαδικών απολύσεων
Χωρίς να είναι απολύτως σαφές, πιθανώς τα μέτρα αυτά να μην είναι προληπτικά αλλά να εφαρμοσθούν σίγουρα, ανεξάρτητα από το αν πιάσουμε το στόχο για 3,5% πλεόνασμα το 2018 ή όχι.
Από την άλλη πλευρά, οι θεσμοί αποδέχθηκαν στοχευμένες φοροελαφρύνσεις από το 2019, εφόσον όμως η Ελλάδα επιτύχει πλεόνασμα άνω του 3,5% το 2018. Το ύψος δηλαδή της μείωσης φόρων θα εξαρτηθεί από το μέγεθος της υπέρβασης έναντι του στόχου.
Πιο συγκεκριμένα, οι προτάσεις που θα τεθούν προς συζήτηση και οριστικοποίηση είναι:
1) η μείωση του ΕΝΦΙΑ, με παράλληλη όμως θεσμοθέτηση του φόρου μεγάλης ακίνητης περιουσίας (σήμερα έχει αντικατασταθεί από το συμπληρωματικό φόρο)
2) η μείωση των συντελεστών ΦΠΑ σε ενέργεια, εστίαση και βασικά αγαθά.
Επιπρόσθετα, συζητείται η στήριξη από την παγκόσμια τράπεζα για την εφαρμογή ενός προγράμματος δημιουργίας 100 χιλιάδων θέσεων εργασίας τα επόμενα έτη.
Αυστηρά δημοσιονομικά, δεν είναι αληθές ότι το πακέτο των μέτρων αντισταθμίζεται πλήρως από τις μειώσεις φόρων. Τα προς ψήφιση μέτρα υπολογίζονται σε 3 με 3,5 δις, ενώ η φορολογική ελάφρυνση δεν μπορεί να ξεπεράσει στο ανώτατο επίπεδο το 1,5 δις.
Σαφέστατα όμως οι μειώσεις φόρων, εφόσον πραγματοποιηθούν, θα δώσουν δυναμική στην ελληνική οικονομία και θα μειώσουν τη φοροδιαφυγή, δημιουργώντας αλυσιδωτά οφέλη.
Η ειρωνεία είναι ότι στην πρόσφατη έκθεση του το ΔΝΤ προτείνει ως μείγμα πολιτικής ακριβώς αυτό που καταρχήν συμφώνησαν χθες Ελλάδα και θεσμοί: διεύρυνση της φορολογικής βάσης και «εξορθολογισμό» της συνταξιοδοτικής δαπάνης, ώστε να υπάρξει η δυνατότητα μείωσης των φορολογικών συντελεστών και στοχευμένης ενίσχυσης των ευπαθών ομάδων. Με άλλα λόγια όλες οι πλευρές κατέληξαν στην πρόταση του ΔΝΤ!
Παραμένει αδιευκρίνιστο τι μέλλει γενέσθαι με το χρέος. Το πιθανότερο πάντως είναι η περιγραφή των μέτρων ελάφρυνσής του να μετατεθεί για μετά το πέρας του προγράμματος το 2018, λόγω και των... γερμανικών εκλογών.
Η συμμετοχή δε της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης θα εξαρτηθεί από το πόσο σύντομα θα ολοκληρωθεί η 2η αξιολόγηση και από το αν θα υπάρξει έστω μια δέσμευση για τη μελλοντική ρύθμιση του χρέους.
Ουσιαστικά λοιπόν η κυβέρνηση πήρε αυτό που επιζητούσε από τους εταίρους. Κάποια μέτρα - αντιστάθμισμα στις σκληρές απαιτήσεις των δανειστών, τα οποία θα τα χρησιμοποιήσει ως επικοινωνιακό «περιτύλιγμα» για να κατευνάσει την κοινή γνώμη και τους βουλευτές της και να δημιουργήσει ένα αφήγημα εν όψει της δύσκολης συνέχειας.
Έχουμε όμως πολύ δρόμο μπροστά μας μέχρι την τελική συμφωνία. Μέχρι τότε ας κρατάμε μικρό καλάθι, διότι οι συζητήσεις αναμένονται ιδιαίτερα ακανθώδεις.

Πέμπτη 9 Φεβρουαρίου 2017

Ώρα δύσκολων αποφάσεων

H σκληρή στάση που κράτησαν οι Ευρωπαίοι υπουργοί οικονομικών έναντι της Ελλάδας στο τελευταίο Eurogroup ήταν ένα ισχυρό σοκ, που αιφνιδίασε την ελληνική κυβέρνηση. Συντάχθηκαν πλήρως με τη γραμμή του ΔΝΤ και ζήτησαν την άμεση ψήφιση προληπτικών μέτρων, καθώς θεωρούν αμφίβολο ότι η χώρα μας θα επιτύχει το 2018 πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% (= 6 δις).

Η Ελλάδα το 2016 ξεπέρασε κατά πολύ το δημοσιονομικό στόχο. Αυτό είναι αδιαμφισβήτητα ένα ισχυρό διαπραγματευτικό χαρτί. Από την άλλη μεριά όμως η πολιτική ηγεσία δείχνει απροθυμία να προχωρήσει σε δομικές αλλαγές στο κράτος και την οικονομία, ενώ επιδίδεται σε ένα όργιο προσλήψεων κομματικών φίλων στο δημόσιο. Αυτή η τακτική έχει δώσει επιχείρημα στους σκληρούς κύκλους της Ευρώπης να ισχυριστούν ότι οι κυβερνώντες δεν έχουν καμία διάθεση να εκσυγχρονίσουν τη χώρα, παρά μόνο ενδιαφέρονται με κάθε τρόπο να διατηρηθούν στην εξουσία. Για το λόγο αυτό συντάχθηκαν πίσω από τη σκληρή γραμμή του ΔΝΤ μόνο ως προς τα μέτρα, παραβλέποντας την πρότασή του για ελάφρυνση του ελληνικού χρέους.

Η στάση των θεσμών έναντι του κ. Τσίπρα θυμίζει έντονα τη στάση που είχαν κρατήσει έναντι του κ. Σαμαρά το φθινόπωρο του 2014. Και τότε είχαν ζητήσει προκαταβολικά τη νομοθέτηση αμφιβόλου αναγκαιότητας μέτρων  ως προαπαιτούμενο για να επιστρέψουν στη διαπραγμάτευση και να κλείσει η αξιολόγηση. Η τότε κυβέρνηση έστειλε το περίφημο email Χαρδούβελη για να τους εξευμενίσει, ανεπιτυχώς όπως αποδείχθηκε. Η σημερινή κυβέρνηση δια του υπ. Οικονομικών κ. Τσακαλώτου έστειλε αντίστοιχου περιεχόμενου επιστολή, το περιεχόμενο της οποίας δεν έχει γίνει γνωστό για… ευνόητους λόγους.

Το δίλημμα που θέτουν ωμά είναι: ή ψηφίζεις τα μέτρα ή να περάσει ο επόμενος.

Πέρα από τις εμμονές των δανειστών, η ελληνική κυβέρνηση έχει μερίδιο ευθύνης για το σημερινό αδιέξοδο. Επιδεικνύει αδικαιολόγητη αναβλητικότητα και ανικανότητα στην επίλυση ακόμα και απλών καθημερινών προβλημάτων. Δεν έχει διδαχθεί από τα λάθη της,  ακολουθώντας μέχρι σήμερα παιδαριώδη διαπραγματευτική τακτική και μη αξιολογώντας σωστά τα νέα δεδομένα.

Οι ελπίδες της να αποφύγει το σκόπελο της ψήφισης των επώδυνων μέτρων σκοντάφτουν σε κάποιες ισχυρές παραμέτρους. 1ον) τις φετινές εκλογές σε Ολλανδία, Γαλλία και Γερμανία, όπου ο λαϊκισμός ενάντια στη χώρα μας θα βαρέσει κόκκινο. 2ον) τη διαφαινόμενη παραμονή του ΔΝΤ, έστω ως σύμβουλος με βαρύνουσα γνώμη, όπως άλλωστε συμβαίνει σήμερα, ακόμα κι αν επιλέξει να μη χρηματοδοτήσει το ελληνικό πρόγραμμα (το πιο πιθανό), αφού το χρέος της Ελλάδας δεν είναι βιώσιμο. Έτσι κι αλλιώς η Γερμανία έχει προειδοποιήσει για διακοπή της χρηματοδότησης αν αποχωρήσει τελείως το ταμείο. 3ον) τη λήξη τον Ιούλιο €6 δις ομολόγων της ΕΚΤ, χρήματα που η Ελλάδα δε διαθέτει για να τα πληρώσει.

Με βάση τα παραπάνω δεδομένα η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να πάρει μια σημαντική όσο και δύσκολη απόφαση:

Είτε να δεχθεί να ψηφίσει προκαταβολικά τα μέτρα, πιέζοντας παράλληλα για κάποιες υποχωρήσεις των δανειστών και παίρνοντας ως αντάλλαγμα συγκεκριμένες προτάσεις ελάφρυνσης του χρέους το 2018. Στο εσωτερικό θα προσπαθήσει να πείσει την κοινή γνώμη και τους βουλευτές της ότι σε ένα χρόνο θα ανακαλέσει τα μέτρα μιας και θα πιάσει τους στόχους. Επίσης, θα επικαλεστεί την προοπτική συμμετοχής της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.

Είτε να προχωρήσει άμεσα σε εκλογές.

Η ιστορία του 2015 μας δείχνει ότι τρίτος δρόμος δεν υπάρχει. Οποιαδήποτε σημαντική καθυστέρηση ή κουβέντα περί εξόδου από την ευρωζώνη θα δημιουργήσει κλίμα ανασφάλειας, προξενώντας βαρύτατες συνέπειες για την οικονομία και κατ επέκταση τις τράπεζες, την αγορά και όλους τους πολίτες.
Το ενδεχόμενο δε δημοψηφίσματος για ευρώ ή δραχμή, το απέκλεισε ο ίδιος ο πρωθυπουργός στην πρόσφατη συνέντευξη του στην ΕΦΣΥΝ, χαρακτηρίζοντας το ανοησία ή πραγματική προδοσία, δώρο στο Σόιμπλε και καταστροφικό για τους εργαζόμενους αλλά και συνολικά για την οικονομία της χώρας.