Πέμπτη 20 Αυγούστου 2015

Συμφέρει ή όχι η παραχώρηση των περιφερειακών Αεροδρομίων? Οικονομική αποτίμηση


Τις τελευταίες ημέρες έχει επανέλθει με εκκωφαντικό τρόπο στο προσκήνιο η ιδιωτικοποίηση των περιφερειακών αεροδρομίων, λόγω της απόφασης της κυβέρνησης (δημοσιευμένης στο ΦΕΚ) να εγκρίνει τη συμφωνία που είχε συναφθεί τον περασμένο Νοέμβριο μεταξύ του ΤΑΙΠΕΔ και της κοινοπραξίας Fraport – Κοπελούζου. Η σύμβαση αφορά την παραχώρηση για 40 χρόνια της διαχείρισης 14 αεροδρομίων της χώρας, στα οποία δεν περιλαμβάνεται το αεροδρόμιο του Ηρακλείου, του 3ο μεγαλύτερου βάσει επιβατικής κίνησης. Στο διεθνή διαγωνισμό που προκήρυξε το Σεπτέμβριο 2014 το ΤΑΙΠΕΔ, υπήρξαν 5 ενδιαφερόμενοι και τελικώς κατατέθηκαν 3 δεσμευτικές προσφορές, από τις κοινοπραξίες Fraport-Slentel, Vinci-Ελλάκτωρ και ΜΕΤΚΑ-Corporation America. Το ελάχιστο τίμημα βάσει αποτίμησης της PWC και της Citibank ορίστηκε στα €350 εκ και την υψηλότερη προσφορά κατέθεσε το σχήμα Fraport-Slentel  με €1,23 δις, που αναδείχθηκε νικητής του διαγωνισμού. Οι άλλες 2 προσφορές ήταν σημαντικά χαμηλότερες και κυμάνθηκαν από €800 εκ έως €960 εκ.

Η Fraport (Frankfurt Airport) κατέχει το 65% των μετοχών του σχήματος και το 35% η εταιρεία συμφερόντων Κοπελούζου. Οι κύριοι μέτοχοι της Fraport είναι το κρατίδιο της Έσσης με 31,3% των μετοχών, το Εμπορικό – βιομηχανικό επιμελητήριο της Φρανκφούρτης με 20% και η αεροπορική εταιρεία Lufthansa με 8,5%. Η συμφωνία αυτή εντάσσεται στο πλαίσιο της επεκτατικής πολιτικής που ακολουθεί η εταιρεία τα τελευταία χρόνια, ως συνέχεια της διαχείρισης των αεροδρομίων Λουμπλιάνας (Σλοβενία), Αττάλειας (Τουρκία) και Βάρνας (Βουλγαρία).

Η συμφωνία προβλέπει εκτός της άμεσης καταβολής του €1,23 δις,  ετήσιο ενοίκιο  προς το δημόσιο ύψους €22,9 εκ, απόδοση στο ελληνικό κράτος του 28,5% των ετήσιων λειτουργικών κερδών (ΕBITDA) των αεροδρομίων, καθώς και τέλη υπέρ της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας (ΥΠΑ) και της Πολεμικής Αεροπορίας. Επίσης, δεσμεύει την ανάδοχο εταιρεία για επενδύσεις αναβάθμισης των αεροδρομίων ύψους €0,33 δις τα επόμενα 4 έτη και συνολικά €1,4 δις σε βάθος 40 ετών, ώστε να καλύψει τις μεγάλες υλικοτεχνικές ελλείψεις και να βελτιώσει τη λειτουργία τους (πχ. πολλά από τα αεροδρόμια κλείνουν με τη δύση του ηλίου και δεν εξυπηρετούν νυχτερινές πτήσεις).

Από την άλλη μεριά όμως, ένας και μόνο διαχειριστής 14 αεροδρομίων που καλύπτουν το 52% της συνολικής επιβατικής κίνησης της χώρας με 23,7 εκ επιβάτες ετησίως (στοιχεία 2014), ενδέχεται να δημιουργήσει μονοπωλιακές καταστάσεις, ώστε να κομίσει τα μέγιστα δυνατά οφέλη, εις βάρος του υγιούς ανταγωνισμού. Επιπλέον, το τέλος ανά επιβάτη θα υπερδιπλασιαστεί από τα €12 που είναι σήμερα στα €26,5 για τα επόμενα 4 χρόνια (μέχρι δηλαδή να ολοκληρώσει ο επενδυτής της συμφωνημένες επενδύσεις αναβάθμισης των αεροδρομίων) και δύναται να φτάσει τα €32,5 στη συνέχεια. Η αύξηση αυτή εκτός ότι αυξάνει το κόστος των πτήσεων πλήττει και την ανταγωνιστικότητα των αεροδρομίων. Επαναλαμβάνεται δηλαδή το λάθος με τα υπέρογκα τέλη του αεροδρομίου Αθηνών, που ανέρχονται σε €42 ανά επιβάτη, τη στιγμή που τα τέλη στα αεροδρόμια της Ιταλίας, Ισπανίας, Τουρκίας και Πορτογαλίας  κυμαίνονται κατά μέσο όρο στα €17, είναι δηλαδή 2,5 φορές χαμηλότερα.

Στον παρακάτω πίνακα αποτιμούμε οικονομικά τη συμφωνία και τη συγκρίνουμε με τα σημερινά κέρδη του κράτους από τα περιφερειακά αεροδρόμια.

 
              

Όπως παρατηρούμε, το συνολικό όφελος για το ελληνικό δημόσιο από την παραχώρηση των αεροδρομίων τα επόμενα 40 έτη ανέρχεται σε €10,7 δις, ήτοι €270 εκ το χρόνο. Σε παρούσα αξία το ετήσιο όφελος είναι €180 εκ. Σήμερα το ετήσιο κέρδος του δημοσίου από τα 14 περιφερειακά αεροδρόμια ανέρχεται σε περίπου €100 εκ. Συνεπώς, υπάρχει θετική διαφορά ύψους €80 εκ ετησίως και €3,2 δις σε βάθος 40 ετών.  

Από καθαρά οικονομική άποψη η συμφωνία είναι συμφέρουσα. Είναι σαφές όμως ότι χρειάζεται σημαντικές βελτιώσεις. 1ον) Πρέπει να βρεθούν τρόποι περιορισμού των μονοπωλιακών ευκαιριών της αναδόχου εταιρείας, πχ. με ρήτρα αύξησης της επιβατικής κίνησης των αεροδρομίων, 2ον) να μειωθούν δραστικά τα συμφωνηθέντα τέλη αεροδρομίων και 3ον) να συνδυαστούν τα οφέλη του επενδυτή με την ανάπτυξη των τοπικών οικονομιών. 

Τρίτη 18 Αυγούστου 2015

Τα υπέρ και τα κατά του 3ου μνημονίου


6 μήνες αβεβαιότητας και ατέρμονων διαπραγματεύσεων στοίχισαν στην οικονομία σχεδόν €60 δις: €25 λόγω της επικείμενης ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, €15  από την κεφαλαιακή πτώση των μετοχών του ΧΑ, €11 από τον εσωτερικό δανεισμό των ασφαλιστικών ταμείων, €4 από τη στάση πληρωμών του δημοσίου και €3 από το πάγωμα των ήδη δρομολογημένων ιδιωτικοποιήσεων. Οδήγησαν συνεπώς σε ένα μεγάλο πισωγύρισμα: το πρωτογενές πλεόνασμα μετατράπηκε σε έλλειμμα, η ανάπτυξη εξανεμίστηκε, η πτωτική πορεία της ανεργίας έχει ανασχεθεί, ο δείκτης οικονομικού κλίματος έχει επιδεινωθεί αισθητά, ενώ τα επιτόκια δανεισμού της χώρας σκαρφάλωσαν εκ νέου σε δυσθεώρητα ύψη.

Τα αίτια που οδήγησαν την Ελληνική κυβέρνηση να αναδιπλωθεί από τις αρχικές θέσεις της και να υπογράψει νέο 3ετές πρόγραμμα συνολικού ύψους €86 δις είναι τα εξής:

·           Η μη επιτυχής ολοκλήρωση της τελευταίας αξιολόγησης του 2ου μνημονίου σε συνδυασμό με τη λήξη του προγράμματος στις 30/6

·           Οι υψηλές χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας, άνω των €16 δις μόνο για το 2015

·           Το κλείσιμο των υπό κατάρρευση τραπεζών με τη μαζική φυγή €42 δις από το Δεκέμβριο, παράλληλα με τη ραγδαία επιδείνωση όλων των οικονομικών μεγεθών

·           Η αδυναμία δανεισμού από τις αγορές και η έλλειψη εναλλακτικών πηγών χρηματοδότησης

·           Η ψύχραιμη αντίδραση των Ευρωπαϊκών αγορών στο ενδεχόμενο Ελληνικής χρεοκοπίας, παρά τις περί του αντιθέτου προσδοκίες της κυβέρνησης μέσω της διενέργειας δημοψηφίσματος ως μοχλού πίεσης

Το 3ο μνημόνιο είναι ένα ιδιαίτερα απαιτητικό πρόγραμμα και διακρίνεται σε 2 μέρη.

Το πρώτο μέρος περιλαμβάνει μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής, τα περισσότερα εκ των οποίων κινούνται στην κατεύθυνση της αύξησης φόρων και εισφορών. Είναι αδικαιολόγητη η επιμονή σε σκληρά υφεσιακά μέτρα αμφιβόλου μάλιστα αποτελεσματικότητας, αφού έχει έμπρακτα αποδειχτεί ότι σε μια οικονομία με υψηλό ποσοστό φοροδιαφυγής και υπό συνθήκες ασφυξίας η εισπραξιμότητα τους κινείται πολύ χαμηλότερα  από τους στόχους. Ας μη ξεχνάμε άλλωστε ότι τα τελευταία 5 χρόνια η Ελλάδα πήρε δημοσιονομικά μέτρα ύψους €62 δις και το τίμημα αποδείχτηκε πολύ βαρύ, καθώς το εισόδημα της χώρας (ΑΕΠ) μειώθηκε κατά €63 δις, από €242 δις το 2009 σε €179 δις το 2014. Η αρνητική επίδραση δηλαδή των μέτρων προς το εισόδημα ανήλθε σε ποσοστό 100%.

Τέτοια μέτρα είναι επί παραδείγματι:

·           Η αύξηση του ΦΠΑ για τη συντριπτική πλειοψηφία των αγαθών στο 23%

·           Η διατήρηση του ΕΝΦΙΑ, χωρίς μάλιστα αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών

·           Η αύξηση της έκτακτης εισφοράς, όχι μόνο για καθαρά εισοδήματα ανώ των €1.700/μηνα, αλλά και για μικρότερα των €12.000 ετησίως, λόγω της ενσωμάτωσης της στον κώδικα φορολογίας εισοδήματος

·           Η αύξηση του φορολογικού συντελεστή εταιρικών κερδών από 26% σε 29% και της προκαταβολής φόρου από 55% σε 75% και σταδιακά στο 100%

·           Η αύξηση του συντελεστή φόρου για εισοδήματα από ενοίκια έως €12.000 ετησίως σε 15% από 11% σήμερα και σε 35% από 33% για υψηλότερα ποσά

·           Η σταδιακή αύξηση του φόρου εισοδήματος στους αγρότες από 13% στο 20% το 2016 και στο 26% το 2017, παράλληλα με την ευθυγράμμιση του ΕΦΚ του πετρελαίου των αγροτών από τα €66 ανά χιλιόλιτρο στα €330 τον Οκτώβριο 2016

·           Η αύξηση των εισφορών υπέρ ασφαλιστικών ταμείων κατά 2% στις κύριες συντάξεις και κατά 6% στις επικουρικές. 

Το δεύτερο μέρος του προγράμματος έχει στόχο να αμβλύνει τις μεγάλες διαρθρωτικές αδυναμίες του Ελληνικού κράτους, οι οποίες κρατούν κατ’ επέκταση δέσμια και την οικονομία. Υποδεικνύει την εφαρμογή ενός πακέτου μεταρυθμίσεων, πολλές εκ των οποίων θα έπρεπε από μόνοι μας εδώ και χρόνια να είχαμε ολοκληρώσει. Τη βελτίωση της δημόσιας διοίκησης, την επιτάχυνση της δικαιοσύνης, τη φοροδιαφυγή, το ασφαλιστικό, τις στρεβλώσεις της αγοράς, τη διαχείριση της δημόσιας περιουσίας, την αδειοδότηση νέων επενδύσεων, τα κόκκινα δάνεια κτλ.

Πιο συγκεκριμένα:

·           Δημόσια Διοίκηση:

-       Αποπολιτικοποίηση του δημόσιου τομέα. Σπάσιμο δηλαδή του πελατειακού κράτους, που παραμένει μια από τις μεγάλες πληγές εδώ και δεκαετίες.

-       Αντικειμενική και αδιάβλητη αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων.

-       Μισθολογικές παροχές με βάση την περιγραφή θέσης και την εκπλήρωση μετρήσιμων στόχων.

-       Άμβλυνση της μισθολογικής διαφοράς μεταξύ στενού δημόσιου τομέα και ΔΕΚΟ.

-       Νέα νομοθεσία για τις δημόσιες συμβάσεις.

-       Μείωση δαπανών και οικονομίες κλίμακας μέσω της ενοποίησης των υπεράριθμων δημόσιων οργανισμών (σήμερα υπάρχουν πάνω από 1.600 ΝΠΔΔ)

·           Φοροδιαφυγή:

-       Πακέτο λεπτομερών οδηγιών για την πάταξη της φοροδιαφυγής

-       Βελτίωση του φοροεισπρακτικού μηχανισμού, ανεξαρτητοποίηση της ΓΓΔΕ και ενίσχυση του ΣΔΟΕ

-       Σκληρές κυρώσεις για τις αδήλωτες καταθέσεις

-       Καταπολέμηση λαθρεμπορίου καυσίμων με εφαρμογή μέχρι τα τέλη του 2016 του συστήματος εισροών-εκροών σε όλα τα στάδια διακίνησης των καυσίμων.

·           Ασφαλιστικό – Συνταξιοδοτικό:

-       Κατάργηση των πρόωρων συντάξεων και σταδιακή αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης στα επίπεδα που είναι όλες οι υπόλοιπες ανεπτυγμένες χώρες

-       Ενοποίηση όλων των ταμείων κοινωνικών ασφαλίσεων, διαδικασία που όντως είναι δύσκολη, αλλά αν επιτευχθεί θα οδηγήσει σε μεγάλη εξοικονόμηση πόρων. Επίσης, υπαγωγή στο ΕΤΕΑ όλων των επικουρικών ταμείων

-       Στενότερη σύνδεση των ασφαλιστικών εισφορών με τις συνταξιοδοτικές παροχές. Επιπλέον, ο υπολογισμός των εισφορών των ελεύθερων επαγγελματιών θα γίνεται βάσει του εισοδήματος τους

-       Κατάργηση φόρων υπέρ τρίτων

-       Σταδιακή ευθυγράμμιση εισφορών και συντάξεων ΟΓΑ με τα άλλα ταμεία

-       Σταδιακή αντικατάσταση του ΕΚΑΣ μέχρι το 2019 από το Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα, το οποίο πρέπει επιτέλους να εφαρμοστεί, όπως έγινε και στην Πορτογαλία ή στην Κύπρο

-       Σχέδιο δράσης για την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας

·           Αγορές:

-       Άρση περιορισμών σε επαγγέλματα, όπως μηχανικοί, αναλογιστές, δικηγόροι, συμβολαιογράφοι, δικαστικοί επιμελητές κτλ.

-       Απελευθέρωση αγοράς ενέργειας. Ας μη ξεχνάμε ότι λόγω του μονοπωλίου της ΔΕΗ το κόστος ηλεκτρισμού έχει αυξηθεί για νοικοκυριά και επιχειρήσεις κατά 44% τα χρόνια της κρίσης.

-       Χρήση εργαλειοθήκης ΟΟΣΑ για προϊόντα και υπηρεσίες, όπως και για τους κλάδους εμπορίου, κατασκευών κτλ

·           Κόκκινα δάνεια:

-       Νέο θεσμικό πλαίσιο για τις υπερχρεωμένες επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά

-       Δημιουργία υπηρεσίας πίστωσης και πλούτου, η οποία θα αξιολογεί τις δυνατότητες πληρωμής των οφειλετών

-       Πρόσληψη 140 ειρηνοδικών και σύσταση ειδικών δικαστικών τμημάτων για την εκδίκαση των υποθέσεων μέσα σε αυστηρές προθεσμίες ολοκλήρωσης των διαδικασιών με προτεραιότητα στους μεγαλοοφειλέτες.

-       Ευνοϊκή ρύθμιση οφειλών έως €20,000 για οφειλέτες με μικρή κινητή και ακίνητη περιουσία κ.αλ.

Το μεγάλο στοίχημα είναι η πολιτική ηγεσία να βρει το θάρρος να προχωρήσει στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, ώστε να δώσει ώθηση στην οικονομία και να αμβλύνει τα σκληρά δημοσιονομικά μέτρα του μνημονίου. Αν για μικροπολιτικούς λόγους επιλέξει να μη συγκρουστεί με τις διαφόρων ειδών συντεχνίες και απλά συνεχίσει την πεπατημένη των προηγούμενων ετών περιοριζόμενη μόνο στην αύξηση φόρων, η αποτυχία του προγράμματος είναι δεδομένη και οι συνέπειες της αποτυχίας απρόβλεπτες. Χρειάζεται λοιπόν να κληθούν να διαχειριστούν αυτό το πρόγραμμα άνθρωποι με εμπειρία, αδιαμφισβήτητες γνώσεις και ήθος, εκτός του κομματικού σωλήνα, που δε θα υπολογίσουν το (βραχυπρόθεσμο) πολιτικό κόστος. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ποιος είναι ο εθνικός μας στόχος: σε 2-3 χρόνια η οικονομία να σταθεί στα πόδια της και η χώρα να βγει να δανειστεί στις αγορές. Μόνο τότε θα κατορθώσουμε να απεμπλακούμε από μνημόνια και επιτηρήσεις. Είναι στο χέρι μας να το πετύχουμε.