Πέμπτη 9 Μαρτίου 2017

Ο αριθμός δημόσιων υπάλληλων 2009 – 2016. 31,5 χιλ προσλήψεις την τελευταία διετία

Μια από τις κύριες αιτίες που οδήγησαν τη χώρα στη χρεοκοπία ήταν η υπέρογκη αύξηση των δημοσίων υπαλλήλων τα έτη 1980-2010. Στα πλαίσια της πελατειακής λογικής και της αντίληψης περί κράτους – κομματικού φέουδου, δεκάδες χιλιάδες προσλήψεις λάμβαναν χώρα κάθε χρόνο. Ακόμα και μετά τη θεσμοθέτηση του ΑΣΕΠ το πολιτικό σύστημα έβρισκε τρόπους να το παρακάμπτει και να διορίζει αφειδώς φίλους και ημετέρους, χωρίς κανένα αξιοκρατικό κριτήριο.
Ήταν άλλωστε η εποχή που η χώρα κατέγραφε ραγδαία ανάπτυξη, στηριγμένη στην υπερκατανάλωση και το κρατικοδίαιτο επιχειρείν, με δανεικά από τις αγορές και τις τράπεζες, καθώς και με επιδοτήσεις της Ε.Ε. Ο παραγωγικός και βιομηχανικός ιστός της οικονομίας σταδιακά ξηλώθηκε, την ίδια στιγμή που μια θέση στο δημόσιο φάνταζε περίπου ως «η γη της επαγγελίας» για πολλούς νέους ανθρώπους και τις οικογένειές τους. Ως αποτέλεσμα, το 2009, έτος που το δημοσιονομικό έλλειμμα εκτοξεύτηκε στα €35 δις και το δημόσιο χρέος στα €300 δις, ο αριθμός των δημόσιων υπαλλήλων ανήλθε στις 970 χιλιάδες. Αν μάλιστα σε αυτούς προσθέσουμε και τους πάνω από 50 χιλιάδες υπαλλήλους των ΔΕΚΟ, τότε ξεπέρασε το 1 εκατομμύριο.
Ο παρακάτω πίνακας εμφανίζει με βάση επίσημα στοιχεία του υπουργείου την εξέλιξη του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων ανά κατηγορία στα χρόνια της κρίσης, δηλαδή από το Δεκέμβριο του 2009 μέχρι το Δεκέμβριο του 2016.
Πηγή: Απογραφή υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης: http://apografi.yap.gov.gr
Την τριετία 2010-12 επήλθε σημαντική μείωση κατά 205 χιλιάδες υπαλλήλους (-21%), κυρίως λόγω της μη ανανέωσης της σύμβασης για 105 χιλιάδες συμβασιούχους (απασχολούνταν στα προγράμματα stage επί Προκόπη Παυλόπουλου), της μείωσης αιρετών και λοιπών υπαλλήλων του ευρύτερου δημόσιου τομέα, καθώς και του κύματος συνταξιοδότησης που προκλήθηκε. Το Δεκέμβριο 2012 ο συνολικός αριθμός δημοσίων υπαλλήλων ανήλθε σε 765 χιλ.
Τη διετία 2013-14 η μείωση συνεχίσθηκε αν και με μειωμένο ρυθμό (-8%), οδηγώντας σε επιπλέον 60 χιλ. λιγότερους υπαλλήλους, κατεβάζοντας το γενικό σύνολο στις 704 χιλ. Οι μεγαλύτερες μειώσεις προσωπικού παρατηρούνται στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης, τους αιρετούς και τους φορείς του ευρύτερου δημοσίου, ενώ αυξήσεις παρατηρούνται στους συμβασιούχους. 7,5 χιλ. άνθρωποι τέθηκαν σε διαθεσιμότητα, ενώ οι μαζικές συνταξιοδοτήσεις συνεχίσθηκαν με αμείωτο ρυθμό.
Από το 2015 και μετά όμως παρατηρείται αναστροφή αυτής της τάσης και εκ νέου αύξηση του συνολικού αριθμού των υπαλλήλων, παρά τις 28 χιλ. αποχωρήσεις που έλαβαν χώρα. Ο παρακάτω πίνακας αποκαλύπτει πως η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ έχει προβεί σε 31,5 χιλιάδες προσλήψεις σε λιγότερο από μια διετία. Αυτές αφορούν κυρίως τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, τους συμβασιούχους και τους δήμους - περιφέρειες.

Η συντριπτική πλειοψηφία τους είναι μάλιστα εκτός ΑΣΕΠ… Αίσθηση επίσης προκαλεί το γεγονός ότι παρά τον ορυμαγδό διορισμών, εξακολουθούν να παρουσιάζονται σημαντικές ελλείψεις σε θέσεις υψίστης αναγκαιότητας, όπως σε γιατρούς και νοσηλευτές.
Αν η κυβέρνηση είχε απλά ακολουθήσει τον κανόνα 1 πρόσληψη προς 5 αποχωρήσεις, το σύνολο των προσλήψεων θα ήταν μόλις 5,5 χιλιάδες. Οι επιπλέον, λοιπόν, 26 χιλιάδες επιβαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό με πάνω από 400 εκατ. ευρώ ετησίως. Για του λόγου το αληθές, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών, το 2016 οι αμοιβές προσωπικού ήταν αυξημένες έναντι του 2015 κατά 140 εκατ. ευρώΑυτό συνέβη για πρώτη φορά από το 2010 και μετά, όπου κάθε χρονιά το μισθολογικό κόστος ήταν αισθητά χαμηλότερο έναντι του προηγούμενου έτους.
Αν λοιπόν δεν είχαν γίνει οι προσλήψεις ημετέρων θα μπορούσε να αποφευχθεί η φοροκαταιγίδα που έχει επιβληθεί τους τελευταίους 20 μήνες,. Ενδεικτικά, η αύξηση του ΦΠΑ από 23% σε 24% προβλέπεται να φέρει έσοδα €437 εκατ. Εναλλακτικά, θα μπορούσε να μην είχε επιβληθεί η αύξηση του ΕΦΚ στα πετρελαιοειδή προϊόντα (πρόβλεψη εσόδων €422 εκατ.) ή οι φόροι στα τσιγάρα (€142 εκατ.), στο ζύθο (€62 εκατ.), στον καφέ (€62 εκατ.) και στη σταθερή τηλεφωνία (€54 εκατ.).
Έπειτα από 7 χρόνια κρίσης, οικονομικής συρρίκνωσης και ξένης επιτροπείας το πελατειακό κράτος ζει και βασιλεύει στην Ελλάδα. Δυστυχώς ακόμα και σήμερα ένα μεγάλο τμήμα του πολιτικού προσωπικού δεν έχει κατορθώσει να αλλάξει συνήθειες.

Τετάρτη 1 Μαρτίου 2017

Βάζοντας κάτω τα δεδομένα

Δεδομένο 1ο: Το νωρίτερο που μπορεί να κλείσει η αξιολόγηση είναι το Μάιο.
Ο πρωθυπουργός από το βήμα της βουλής υποσχέθηκε ότι στις 20 Μαρτίου θα έχει ολοκληρωθεί επιτυχώς, κάτι τέτοιο όμως είναι αδύνατο. Πρώτον, γιατί τα ανοιχτά μέτωπα παραμένουν πολλά και ουσιαστικά βαίνουμε προς ένα συμπληρωματικό μνημόνιο.
Δεύτερον, γιατί είναι κοινό μυστικό πως όλοι περιμένουν τα τελικά, επίσημα στοιχεία του 2016 από την ΕΛΣΤΑΤ τον Απρίλιο. Μόνο τότε κι εφόσον έχουμε εικόνα για την πορεία του προϋπολογισμού το 1ο τρίμηνο του 2017 θα οριστικοποιηθεί το ύψος των απαιτούμενων μέτρων. Τρίτον, και οι δύο πλευρές δείχνουν διατεθειμένες να παίξουν καθυστέρηση. Η ελληνική πλευρά ποντάρει στη δημοσιοποίηση των θετικών δημοσιονομικών αριθμών, ενώ προσδοκά ότι υπό την πίεση των εκλογών στη Γερμανία, οι ευρωπαϊκοί θεσμοί θα πιεστούν να προβούν σε υποχωρήσεις. Οι δανειστές βάσει εμπειρίας αναμένουν η Ελλάδα να ξεμείνει από χρήματα και με την πλάτη στον τοίχο τον Ιούνιο να υπογράψει ότι της δώσουν.
Δεδομένο 2ο: Μέχρι τον Ιούλιο λήγουν ομόλογα συνολικής αξίας €8 δισ.
Η Ελλάδα δε διαθέτει τα χρήματα για να τα αποπληρώσει από μόνη της. Ως εκ τούτου εξαρτάται από την παροχή εξωτερικής χρηματοδότησης, δηλαδή το κλείσιμο της αξιολόγησης.
Αυτό εξηγεί και την έλλειψη βιασύνης εκ μέρους των δανειστών. Ψαλιδίζει επίσης και τις ελπίδες της κυβέρνησης να τραβήξει τη διαπραγμάτευση μέχρι τις γερμανικές εκλογές, με την ελπίδα να επικρατήσει ο κ. Σουλτς και να αντικατασταθεί ο κ. Σόιμπλε.
Δεδομένο 3ο: Το ΔΝΤ έχει πλέον τον πρώτο λόγο στη διαπραγμάτευση
Η δημοσιονομική πολιτική που συμφωνήθηκε στο τελευταίο Eurogroup είναι αυτούσια με την πρόταση του ΔΝΤ (προνομοθέτηση μέτρων, όπως μείωση αφορολόγητου και περικοπή συντάξεων με φοροελαφρύνσεις ως αντιστάθμισμα). Επίσης, στην πρόσφατη συνάντησή της με την κυρία Μέρκελ, η επικεφαλής του ταμείου κυρία Λαγκάρντ συμφώνησε να μετατοπίσει την απαίτηση για ελάφρυνση του χρέους μετά το πέρας του προγράμματος το 2018. Ως αντάλλαγμα, εξασφάλισε για το ταμείο να έχει αυτό την πρωτοβουλία των κινήσεων στην τρέχουσα διαπραγμάτευση. Κάτι τέτοιο ασφαλώς συνεπάγεται την υιοθέτηση σκληρής γραμμής εκ μέρους των δανειστών.
Δεδομένο 4ο: Τα μέτρα που απαιτούνται από την Ελλάδα έχουν μόνιμο χαρακτήρα. Το συνολικό ύψος τους υπολογίζεται σε 3 με 3,5 δισ.
Αντιθέτως, οι φοροελαφρύνσεις εξαρτώνται από την επίτευξη πλεονάσματος άνω του στόχου 3,5% του ΑΕΠ (=6 δις) το 2018. Όσο υψηλότερη η υπέρβαση έναντι του στόχου, τόσο μεγαλύτερη η δυνατότητα φορολογικών ελαφρύνσεων.
Δεδομένο 5ο: Το ζήτημα του χρέους πάει στην άκρη μέχρι το 2018.
Επιπλέον, αν η αξιολόγηση τραβήξει σε μάκρος χρονικά, η χώρα δε θα προλάβει να συμμετάσχει στο πρόγραμμα παροχής ρευστότητας της ΕΚΤ. Τα παραπάνω σε συνάρτηση με την απουσία ενός εθνικού σχεδίου εξόδου από την κρίση και την έλλειψη εμπιστοσύνης εκ μέρους επενδυτών και αγορών οδηγούν στο συμπέρασμα ότι πολύ δύσκολα η Ελλάδα θα κατορθώσει να βγει στις αγορές το 2018.
Δεδομένο 6ο: Οι οικονομικοί δείκτες των τελευταίων μηνών χτυπούν καμπανάκι.
Το σύρσιμο της αξιολόγησης έχει συντείνει στο να ανακοπεί η δυναμική που είχε αναπτύξει η ελληνική οικονομία από το καλοκαίρι του 2016. Πιο συγκεκριμένα: τα κόκκινα δάνεια αυξήθηκαν κατά 1,5 δις, οι καταθέσεις των τραπεζών μειώθηκαν το Γενάρη κατά 1,6 δις, οι εξαγωγές παρουσίασαν πτώση, ενώ τα έσοδα από ΦΠΑ τον Ιανουάριο ήταν χαμηλότερα έναντι με πέρυσι, παρότι ο συντελεστής έχει αυξηθεί από 23% σε 24%. Ακόμη, το χάος με το ενιαίο ασφαλιστικό ταμείο (ΕΦΚΑ) και τις νέες εισφορές οδήγησε σε 20ημερη παράταση καταβολής τους και εγκυμονεί τον κίνδυνο μειωμένων εισροών στα ασφαλιστικά ταμεία,
Τα παραπάνω δεδομένα συγκλίνουν σε μια δύσκολη και κρίσιμη κατάσταση για την ελληνική οικονομία. Οι εμμονές των δανειστών από τη μια και η πλήρης αναξιοπιστία της κυβέρνησης από την άλλη σχηματίζουν έναν εκρηκτικό συνδυασμό. Παρότι όλες οι πλευρές επιθυμούν να κλείσει η αξιολόγηση θα πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι για όλα τα πιθανά ενδεχόμενα