Δευτέρα 26 Οκτωβρίου 2015

Πόσο θα αυξήσει τα δημόσια έσοδα η χρήση πλαστικού χρήματος

Η τεράστια αύξηση στις συναλλαγές με χρήση πλαστικού χρήματος αντί μετρητών που παρατηρείται τους τελευταίους 3 μήνες ελέω της επιβολής των περιορισμών κεφαλαίων (capital controls) έχει ανοίξει μια μεγάλη συζήτηση για το κατά πόσο αυτό θα συνδράμει στην ανόρθωση των δημόσιων οικονομικών. Πρόσφατες έρευνες, με τελευταία του ΙΟΒΕ, τάσσονται υπέρ των ηλεκτρονικών συναλλαγών, δε λείπουν όμως και οι φωνές αμφισβήτησης.

Οι Έλληνες μέχρι το καλοκαίρι προτιμούσαν αποκλειστικά να πληρώνουν με μετρητά. Η χώρα μας μαζί με τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία είναι ουραγός στην Ευρώπη στη χρήση ηλεκτρονικών μεθόδων πληρωμών. Το 2013 ο Έλληνας πολίτης πραγματοποίησε κατά μέσο όρο μόλις 7 συναλλαγές με χρεωστική, πιστωτική ή προπληρωμένη κάρτα, τη στιγμή που ο Δανός και ο Σουηδός το έπραξε 250 φορές. Η αξία δε των συναλλαγών με κάρτες ανήλθε σε μόλις 3,7% του ΑΕΠ της Ελλάδας, ενώ ο μέσος όρος στην Ευρώπη είναι 18,8%.

Ο παρακάτω πίνακας δείχνει επίσης ότι υπάρχει στενή συσχέτιση μεταξύ της χρήσης ηλεκτρονικών πληρωμών και της φοροδιαφυγής. Όσο μικρότερη είναι τόσο μεγαλύτερη η απώλεια εσόδων από ΦΠΑ και το αντίστροφο. Τρανό παράδειγμα η χώρα μας όπου οι απώλειες των εσόδων από ΦΠΑ αγγίζουν το 34%, ήτοι € 6,5-€7 δις ετησίως.


Τα αίτια της μειωμένης χρήσης πλαστικού χρήματος στη χώρα μας είναι τα ακόλουθα:

·      Η τραπεζική προμήθεια που παρακρατείται από τις εμπορικές επιχειρήσεις και τους ελεύθερους επαγγελματίες είναι υψηλή, καθώς κυμαίνεται σε 2%-2,5% επί του τζίρου.

·      Δεν υπάρχει πολιτική κινήτρων προς τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις για την ενίσχυση της χρήσης καρτών.

·      Μέχρι το 2013 οι συναλλαγές των πολιτών με χρήση πιστωτικής κάρτας αποτελούσαν τεκμήριο για την εφορία, κάτι που αποτέλεσε ισχυρό αντικίνητρο.  

·      Οι Έλληνες δεν είναι ακόμη συνηθισμένοι στη χρήση πλαστικού χρήματος. Πολλοί μάλιστα δεν γνώριζαν μέχρι πρότινος τη δυνατότητα πληρωμής μέσω χρεωστικών καρτών.

·      Η εκτεταμένη φοροδιαφυγή και η παραοικονομία που φτάνει το 25% του εισοδήματος της χώρας.

·      Η ύπαρξη υψηλής ποσότητας μετρητών σε σεντούκια, στρώματα, θυρίδες κτλ,  (περί τα €25-30 δις βάσει εκτιμήσεων), απόρροια των  εκροών των καταθέσεων από τις τράπεζες

·      Η μειωμένη εμπιστοσύνη μερίδας του κόσμου για την ασφάλεια των ηλεκτρονικών συναλλαγών, παρότι το ποσοστό κρουσμάτων απάτης είναι σχεδόν μηδενικό

Στο παρακάτω διάγραμμα η στατιστική ανάλυση αποκαλύπτει ότι αν η χρήση πλαστικού χρήματος στην Ελλάδα φτάσει τα επίπεδα του μέσου όρου της ΕΕ (76 φορές ετησίως ανά πολίτη), η απώλεια ΦΠΑ θα μειωθεί από το 34% στο 19% του ΑΕΠ. Αυτό συνεπάγεται αύξηση των εσόδων του κράτους από ΦΠΑ κατά €1 δις.


Προϋπόθεση όμως για να ενισχυθεί η χρήση ηλεκτρονικού χρήματος είναι να γίνουν  κάποιες θετικές ενέργειες, όπως πχ:

·      Μείωση της τραπεζικής προμήθειας στο ελάχιστο δυνατό επίπεδο

·      Παροχή κινήτρων σε καταναλωτές και επιχειρήσεις: πχ. i) πολιτική εκπτώσεων και bonus, ii) μειωμένος φόρος εισοδήματος σε καταναλωτές αλλά και στις επιχειρήσεις που αντίστοιχα επιδεικνύουν υψηλό ποσοστό συναλλαγών με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής

·      Σύνδεση του αφορολόγητου ορίου με την υποχρέωση πραγματοποίησης ηλεκτρονικών συναλλαγών   

·      Διοργάνωση λοταρίας με κλήρωση πλούσιων δώρων, στα πρότυπα του επιτυχημένου μοντέλου της Πορτογαλίας

Εκτός από το ΦΠΑ, θα αυξηθεί επίσης και ο φόρος εισοδήματος λόγω αυξημένου δηλωμένου τζίρου, καθώς και οι λοιπές εισφορές και τα τέλη. Η συνολική αύξηση των εσόδων θα ανέλθει σε €1,4 δις ετησίως.


Ο θετικός αντίκτυπος δεν περιορίζεται μόνο στα δημοσιονομικό σκέλος. Πιο συγκεκριμένα περιλαμβάνει:

·      Μείωση της παραοικονομίας και του μαύρου χρήματος

·      Μείωση γραφειοκρατικού κόστους

·      Ευκολία συναλλαγών και μειωμένο κίνδυνο κλοπής, απώλειας χρημάτων κτλ

·      Αύξηση του ΑΕΠ κατά περίπου 0,2%, κυρίως λόγω της ενίσχυσης της ιδιωτικής κατανάλωσης, η οποία επιδρά θετικά στο άνοιγμα νέων θέσεων εργασίας.

Η Ελλάδα χάνει κάθε χρόνο €10 δις από τη φοροδιαφυγή, με αποτέλεσμα να εφαρμόζει  ένα πρόγραμμα σκληρής δημοσιονομικής προσαρμογής, ως αντιστάθμισμα της απώλειας εσόδων. Η τόνωση των εσόδων θα βοηθήσει σημαντικά στην ανόρθωση της οικονομίας και θα συμβάλει στη σταδιακή ελάφρυνση των φόρων, ώστε η χώρα να σταθεί στα πόδια της και να απαγκιστρωθεί από μνημόνια και επιτηρήσεις.

Δευτέρα 19 Οκτωβρίου 2015

Γιατί απέτυχαν τα μνημόνια

Έχουν περάσει 5,5 χρόνια από την είσοδο της Ελλάδας στο μνημόνιο και η χώρα παραμένει σε καθεστώς αυστηρής επιτήρησης και οικονομικής εξάρτησης από τους δανειστές της. Παρότι: 1) εφάρμοσε ένα υπέρογκο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, 2) εξορθολόγησε σε μεγάλο βαθμό το τεράστιο έλλειμμα των €34 δις του 2009, 3) απομείωσε το χρέος της κατά €103 δις, 4) αναχρηματοδότησε τα λήγοντα ομόλογα με δάνεια από τον ευρωπαϊκό μηχανισμό στήριξης πολύ μεγαλύτερης διάρκειας και πολύ χαμηλότερου επιτοκίου και 5) προέβη σε 2 ανακεφαλαιοποιήσεις τραπεζών, δυστυχώς δεν κατάφερε να εγγυηθεί ένα ασφαλές, σταθερό οικονομικό περιβάλλον και να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη των αγορών. Ως συνέπεια, στη λήξη του 2ου προγράμματος διάσωσης δεν μπόρεσε να αντλήσει χρήματα από τους επενδυτές, καθώς το επιτόκιο δανεισμού ήταν σε δυσθεώρητα ύψη, και μοιραία κατέληξε να συρθεί στην υπογραφή και 3ου μνημονίου για να αποφύγει την άτακτη χρεοκοπία.

Το τίμημα μάλιστα της ημιτελούς εφαρμογής του προγράμματος, αλλά και του λανθασμένου μείγματος  μέτρων δημοσιονομικής προσαρμογής που υιοθετήθηκε, ήταν ιδιαίτερα βαρύ για την Ελλάδα. Όπως βλέπουμε στον παρακάτω πίνακα, η χώρα από το 2010 μέχρι σήμερα έχει πάρει μέτρα συνολικού ύψους €61 δις, με αποτέλεσμα το εισόδημα της να έχει μειωθεί κατά €63 δις (το ΑΕΠ κυμαίνεται πλέον στα €174 δις έναντι €237 δις το 2009). Ως συνέπεια της πτώσης του ΑΕΠ, το χρέος παρότι αυξήθηκε λίγο σε απόλυτους αριθμούς (κατά €27 δις), το κλάσμα Χρέος / ΑΕΠ εκτινάχθηκε στο 187%. Επιπλέον, οι τράπεζες κατέρρευσαν λόγω της εκροής €120 δις καταθέσεων, οι επενδύσεις μειώθηκαν στο 1/3 και η ανεργία εκτοξεύτηκε στο 25%.     
 



Σε πλήρη αντίθεση με εμάς, όλες οι υπόλοιπες χώρες που βρέθηκαν υπό καθεστώς μνημονίου (Ιρλανδία, Πορτογαλία και τώρα η Κύπρος) κατόρθωσαν να ολοκληρώσουν επιτυχώς το πρόγραμμα και να δανειστούν κατόπιν από τις αγορές με εξαιρετικά χαμηλά επιτόκια. Οι επιπτώσεις δε της εφαρμογής του προγράμματος στην οικονομία τους ήταν πολύ λιγότερο αρνητικές σε σύγκριση με την Ελλάδα. Μάλιστα η Ιρλανδία παρουσίασε θετικές μεταβολές στα βασικά οικονομικά της μεγέθη.

Το παρακάτω διάγραμμα είναι διαφωτιστικό:


Τα αίτια αυτής της πρωτοφανούς αποτυχίας της χώρας μας είναι τα εξής:

1.        Η υπερφορολόγηση. Η συνεχής αύξηση φόρων δεν είχε θετικό αντίκρισμα στα δημόσια έσοδα, λόγω της οικονομικής ασφυξίας, των συνθηκών ύφεσης και της εκτεταμένης φοροδιαφυγής. Δημιούργησε μάλιστα αντιαναπτυξιακό κλίμα και πυρπόλησε τις προοπτικές ανάκαμψης. Παρότι έχουν παρθεί φορολογικά μέτρα ύψους €31 δις από το 2010 μέχρι σήμερα, τα έσοδα όχι μόνο δεν αυξήθηκαν, αλλά επιπλέον έχουν μειωθεί κατά €5 δις (-11%) σε σχέση με το 2009.

2.        Η αποτυχία πάταξης της φοροδιαφυγής ήταν παταγώδης. Το κράτος χάνει ετησίως περί τα €10 δις έσοδα λόγω της παραοικονομίας, ενώ υπάρχει μια κατάσταση γενικευμένης ανομίας και ασυδοσίας που δηλητηριάζει την καλλιέργεια κλίματος φορολογικής συνείδησης στους πολίτες.

3.        Προτιμήθηκαν οι οριζόντιες, τυφλές περικοπές, από τη στοχευμένη μείωση των δαπανών του δημοσίου. Όχι μόνο κάτι τέτοιο ήταν άδικο, αλλά τα αποτελέσματα ήταν πενιχρά, διότι η Ελλάδα συνεχίζει να κατέχει το υψηλότερο ποσοστό δαπανών κεντρικής κυβέρνησης ως προς το ΑΕΠ της ανάμεσα στα κράτη της ΕΕ. Πιο συγκεκριμένα:



Φαίνεται ξεκάθαρα ότι ενώ υπολειπόμαστε έναντι των άλλων ευρωπαϊκών χωρών σε κοινωνική πολιτική, αφού οι δαπάνες για υγεία, πρόνοια και εκπαίδευση είναι κάτω του μέσου όρου της ΕΕ, το κράτος μας εκτός από αναποτελεσματικό είναι και υπερτροφικό. Προφανώς, δεν έγινε η απαιτούμενη αναδιάρθρωση των δημόσιων υπηρεσιών με: συγχωνεύσεις και καταργήσεις οργανισμών, έλεγχο και εξορθολογισμό της λειτουργίας τους, εξοικονόμηση πόρων μέσω οικονομιών κλίμακας κτλ.

4.       Παρότι προβλεπόταν στο μνημόνιο, δεν δημιουργήθηκε ένα δίχτυ κοινωνικής προστασίας των πιο αδύνατων. Πχ. η παροχή ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος στο φτωχότερο κομμάτι του πληθυσμού ακόμη δεν έχει εφαρμοστεί.

5.       Η μη πραγματοποίηση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων (αποκομματικοποίηση του δημοσίου, διαφθορά, γραφειοκρατία, χρόνος απονομής δικαιοσύνης, μαύρη εργασία, απελευθέρωση επαγγελμάτων, ενίσχυση της επιχειρηματικότητας κτλ). Το πολιτικό προσωπικό δεν τόλμησε να προχωρήσει σε βαθιές τομές φοβούμενο το πολιτικό κόστος και τον κίνδυνο να απολέσει τη σχέση εξάρτησης και συναλλαγής που είχε χτίσει τα προηγούμενα χρόνια με μεγάλες μερίδες ψηφοφόρων.

6.       Δε δόθηκε βάρος στην ενίσχυση της παραγωγής, της καινοτομίας και των εξαγωγών. Επίσης, δεν καλλιεργήθηκε φιλικό επενδυτικό περιβάλλον που θα προσέλκυε επενδύσεις και θα δημιουργούσε θέσεις εργασίας. Παρά την εσωτερική υποτίμηση που έλαβε χώρα από το 2010 και έπειτα, η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας όχι απλά δε βελτιώθηκε, αλλά επιπλέον η Ελλάδα κατρακύλησε από την 71η θέση της παγκόσμιας κατάταξης που κατείχε το 2009 στην 81η σήμερα.
 


7.       Δε συντάχθηκε κανένα ρεαλιστικό σχέδιο εξόδου από την κρίση. Η μόνη πρόταση που εμφανίζεται στο τραπέζι όλα αυτά τα χρόνια είναι το μνημόνιο, λόγω της πρωτοφανούς ανικανότητας και έλλειψης προετοιμασίας της πολιτικής ηγεσίας να συντάξει ένα εναλλακτικό μακροπρόθεσμο πλάνο. Ακόμα και οι υποστηρικτές της επιστροφής στη δραχμή εμφανίστηκαν τελείως απροετοίμαστοι μπροστά σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο το καλοκαίρι, με αποτέλεσμα να χάσουν την αξιοπιστία και το έρεισμα τους στην κοινωνία.

8.       Δεν υπήρξε κλίμα εθνικής ομοψυχίας. Ούτε καν μια minimum πολιτική συνεννόηση, ώστε να εφαρμοστούν τουλάχιστον τα θετικά σημεία της συμφωνίας. Από την αρχή της κρίσης τα εκάστοτε κόμματα της αντιπολίτευσης προσπάθησαν με κυνικό τρόπο να εκμεταλλευτούν πολιτικά την οργή των πολιτών, αντί να συνεισφέρουν στη λύση του προβλήματος με ρεαλιστικές προτάσεις.


Μετά από σχεδόν 6 χρόνια ατελέσφορων προσπαθειών και λανθασμένων επιλογών χρειάζεται να διδαχτούμε από τα λάθη μας και να προσεγγίσουμε επιτέλους το πρόβλημα στη σωστή του βάση. Ιδιαίτερα η πολιτική ηγεσία έστω και καθυστερημένα πρέπει να βρει το θάρρος να προχωρήσει στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, ώστε να δώσει ώθηση στην οικονομία και να αμβλύνει τα σκληρά δημοσιονομικά μέτρα του 3ου μνημονίου. Αν για μικροπολιτικούς λόγους επιλέξει να μη συγκρουστεί με τις διαφόρων ειδών συντεχνίες και απλά συνεχίσει την πεπατημένη των προηγούμενων ετών περιοριζόμενη μόνο στην αύξηση φόρων, η αποτυχία και αυτού του προγράμματος είναι δεδομένη. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο εθνικός μας στόχος είναι στα επόμενα 3 χρόνια η οικονομία να σταθεί στα πόδια της και η χώρα να βγει να δανειστεί στις αγορές. Μόνο τότε θα κατορθώσουμε να απεμπλακούμε από μνημόνια και επιτηρήσεις. Είναι στο χέρι μας να το πετύχουμε.    
 

Τετάρτη 7 Οκτωβρίου 2015

Προϋπολογισμός 2016 - Η ίδια λανθασμένη συνταγή

Το προσχέδιο του προϋπολογισμού για το 2016 που δημοσίευσε η κυβέρνηση παραθέτει αναλυτικά τα στοιχεία επιδείνωσης της ελληνικής οικονομίας το 2015 και εκτροχιασμού των δημοσιονομικών στόχων. Ως συνέπεια, εκτιμά ύφεση -2,3% του ΑΕΠ για φέτος και -1,3% το 2016, αντί της αρχικής προβλεπόμενης ανάπτυξης +2,9% και +3,1% αντίστοιχα. Αυτό μεταφράζεται σε συρρίκνωση του εγχώριου εισοδήματος στα €173 δις το 2016, από €179 το 2014, και απόκλιση κατά €18 δις έναντι του αρχικού στόχου για €191 δις. Παρότι λοιπόν οι συμφωνημένοι με τους δανειστές δημοσιονομικοί στόχοι για την επόμενη 3ετία είναι σαφώς χαμηλότεροι σε σχέση με αυτούς της κυβέρνησης Σαμαρά, τα οφέλη εξανεμίζονται λόγω των χαμένων €18 δις από το ΑΕΠ και λόγω της μετατροπής του ταμιακού πλεονάσματος σε έλλειμμα, που αυξάνει ισόποσα τις χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας. 

Ως εκ τούτου, το προσχέδιο κρίνει αναπόφευκτη την ανάγκη εκ νέου αυστηρής προσαρμογής και λήψης επιπρόσθετων μέτρων ύψους €6,4 δις τους επόμενους 15 μήνες για την επίτευξη των συμφωνηθέντων στόχων, δηλαδή πρωτογενές έλλειμμα -0,24% του ΑΕΠ = -€418 εκ για το 2015 και πλεόνασμα +0,52% του ΑΕΠ = +€894 εκ για το 2016. Για την εύρεση των €6,4 δις η κυβέρνηση θα ακολουθήσει την πεπατημένη συνταγή των τελευταίων 5 ετών: ΦΟΡΟΙ, ΦΟΡΟΙ, ΦΟΡΟΙ. Πιο συγκεκριμένα, €4 δις (63%) θα προέλθουν από αυξημένα φορολογικά έσοδα, ενώ τα υπόλοιπα €2,4 δις (37%) από εξοικονόμηση δαπανών.


Ο παρακάτω πίνακας είναι διαφωτιστικός:

Εντύπωση προκαλεί ο πολύ μικρός αντίκτυπος που θα έχει στη μείωση κόστους η εφαρμογή του ενιαίου μισθολογίου στο δημόσιο από 1/1/2016 (μόλις €21 εκ). Μήπως τελικά κι αυτό το μέτρο μετατεθεί στο αόριστο μέλλον κι απλά το υπουργείο προβεί σε μερικά «πασαλείμματα» για τα μάτια των δανειστών


Το πρόβλημα είναι ότι η συνεχής αύξηση φόρων δεν έχει θετικό αντίκρισμα στα δημόσια έσοδα, λόγω της οικονομικής ασφυξίας, των συνθηκών ύφεσης και της εκτεταμένης φοροδιαφυγής, ενώ δημιουργεί αντιαναπτυξιακό κλίμα και πυρπολεί τις προοπτικές ανάκαμψης. 

Το παρακάτω γράφημα εμφανίζει τη σύγκριση των εσόδων του 2009 με του 2015, όπως και των αντίστοιχων δαπανών.

 
Παρατηρούμε πως παρότι έχουν παρθεί φορολογικά μέτρα ύψους €31 δις από το 2010 μέχρι και το 2015, τα έσοδα όχι μόνο δεν αυξήθηκαν, αλλά επιπλέον έχουν μειωθεί κατά €5 δις (-11%) σε σχέση με το 2009.
Επίσης, τα μέτρα εξοικονόμησης δαπανών αγγίζουν τα €30 δις, έχοντας μειώσει τις λειτουργικές δαπάνες κατά €18 δις. Η μείωση στις δημόσιες επενδύσεις είχε αναπόφευκτα αρνητική επίδραση στην ανάπτυξη και τις θέσεις εργασίας. Τέλος, η μείωση των τόκων πάνω από 50% ήταν αποτέλεσμα 1) των μειωμένων επιτοκίων δανεισμού από τα δάνεια του ESM (πλέον το μέσο σταθμικό επιτόκιο είναι 2,3% από 4% το 2009) και 2) της 10ετούς περιόδου χάριτος για την πληρωμή των τόκων του 2ου μνημονίου.
Εξίσου αποκαλυπτικό για την τραγική αναποτελεσματικότητα των φόρων είναι το παρακάτω διάγραμμα:


Συνέπεια αυτής της άνευ προηγουμένου δημοσιονομικής προσαρμογής ύψους €61 δις από το 2010 έως το τέλος του 2015 και συνολικά €65 διςσυμπεριλαμβανομένου των νέων μέτρων του 2016, είναι το εισόδημα της χώρας (ΑΕΠ) να συρρικνωθεί κατά €64 δις = -27%, από €237 δις το 2009 σε €173 δις το 2016. Για κάθε €1 δις μέτρων χάνουμε €1 δις εισοδήματος.Η σχέση δηλαδή των περίφημων πολλαπλασιαστών είναι 1:1, αντί για 0,5:1 που προέβλεπε το ΔΝΤ.



Είναι ξεκάθαρο ότι η οικονομία δεν αντέχει νέους φόρους. Αντιθέτως χρειάζεται: 
1ον) Ασφαλές, φιλικό επενδυτικό περιβάλλον με σταθερό φορολογικό - ασφαλιστικό πλαίσιο και μειωμένη γραφειοκρατία, για την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας και των επενδύσεων. Μόνο έτσι θα έρθει η πολυπόθητη ανάπτυξη, που θα δημιουργήσει θέσεις εργασίας και θα τονώσει τα δημόσια έσοδα και τα ασφαλιστικά ταμεία 
2ον) Στοχευμένη μείωση δαπανών στο δημόσιο τομέα, με καθολική και δίκαιη εφαρμογή του ενιαίου μισθολογίου, συγχωνεύσεις και καταργήσεις οργανισμών, αποπομπή επίορκων υπαλλήλων και ανθρώπων με πλαστά δικαιολογητικά, έλεγχος και εξορθολογισμός της λειτουργίας των 1,614 ΝΠΙΔ, οικονομίες κλίμακας κ.αλ.
Ας προσεγγίσουμε επιτέλους το πρόβλημα στη σωστή του βάση και ας καταρτίσουμε ένα εθνικό σχέδιο δράσης μακριά από την πεπατημένη των φόρων και των οριζόντιων, άδικων περικοπών. Η χώρα χρειάζεται ένα διαφορετικό αφήγημα.

Παρασκευή 2 Οκτωβρίου 2015

Πόσο θα επηρεάσει τις συντάξεις η θέσπιση ενιαίων κανόνων

Στα πλαίσια της υποχρέωσης του 3ου μνημονίου για θέσπιση ενιαίων κανόνων υπολογισμού των συντάξεων και εφαρμογή τους από 1/1/2016, η επιτροπή «σοφών» για το ασφαλιστικό που έχει συστήσει το υπουργείο εργασίας αναμένεται να καταθέσει εντός των επόμενων εβδομάδων το πόρισμά της προς διαβούλευση, με στόχο να έχει οριστικοποιηθεί και νομοθετηθεί μέχρι το τέλος του έτους. Η υιοθέτηση ενιαίων κανόνων συνταξιοδότησης είναι το πρόπλασμα για την επικείμενη ενοποίηση των ταμείων, μια διαδικασία σύνθετη και χρονοβόρα, που στοχεύει στη δημιουργία οικονομιών κλίμακας και την εξοικονόμηση πόρων.
Οι εμπειρογνώμονες προσπαθούν να καταγράψουν όλα τα ισχύοντα καθεστώτα ασφάλισης και τα διαφορετικά ποσοστά εισφορών ανά ταμείο, ώστε να τα ομογενοποιήσουν σε ένα ενιαίο σύστημα με κοινά κριτήρια προσδιορισμού των συνταξιοδοτικών παροχών για όλους ανεξαιρέτως, παλαιούς και νέους ασφαλισμένους, όπως και τωρινούς συνταξιούχους. Ο ενιαίος τρόπος υπολογισμού των συντάξεων πλέον θα καλύπτει και την περίοδο ασφάλισης πριν την 1/1/2011. Αποτελεί στην πραγματικότητα τροποποίηση του νόμου Λοβέρδου - Κουτρουμάνη του 2010, ο οποίος τέθηκε τελικά σε εφαρμογή από την κυβέρνηση τον Αύγουστο.
 
Συγκεκριμένα, η επιτροπή προτείνει στενότερη σύνδεση των ασφαλιστικών εισφορών με την παρεχόμενη σύνταξη. Στην ουσία προωθεί τηνκατάργηση του σημερινού ευνοϊκού καθεστώτος, με το οποίο το ποσό της σύνταξης καθορίζεται με βάση τον τελευταίο μισθό ή την καλύτερη μισθολογικά περίοδο από όλα τα χρόνια ασφάλισης. Πιο πιθανή θεωρείται η υιοθέτηση της μεθόδου που ακολουθούν οι περισσότερες χώρες του ΟΟΣΑ, με την οποία η σύνταξη υπολογίζεται με βάση το μέσο μισθό ολόκληρου του εργασιακού βίου. Με αυτό τον τρόπο το ποσοστό αναπλήρωσης του μισθού (= σύνταξη / μισθός) θα πέσει από το 84% που κυμαίνεται σήμερα περίπου στο 55%, λίγο πιο κάτω από τα επίπεδα του μέσου όρου των ευρωπαϊκών χωρών (βλέπε παρακάτω γράφημα). Είναι προφανές ότι κάτι τέτοιο θα οδηγήσει σε σημαντική μείωση των συντάξεων.
 
 
 Αδιαμφισβήτητα, η κύρια αιτία για τις εκ νέου περικοπές είναι η οικτρή κατάσταση και τα διευρυμένα ελλείμματα των ταμείων. Τα μειωμένα έσοδα λόγω 1) της ανεργίας, 2) της μαύρης εργασίας και 3) των ληξιπρόθεσμων οφειλών, σε συνδυασμό με 4) το κούρεμα των ομολόγων από το PSI, 5) τον εσωτερικό δανεισμό προς το κράτος για την κάλυψη υποχρεώσεων στους 6 μήνες της διαπραγμάτευσης, αλλά και 6) το δημογραφικό πρόβλημα με τη γήρανση του ελληνικού πληθυσμού, έχουν οδηγήσει τα ταμεία σε ασφυξία. Η συνολική περιουσία τους ανέρχεται σήμερα σε €16 δισ., τη στιγμή που η ετήσια συνταξιοδοτική δαπάνη της χώρας ξεπερνά τα€28 δισ.. Το κράτος συνεισφέρει από τον προϋπολογισμό κάθε χρόνο περί τα €12 δις, χωρίς να προσμετρώνται επιπλέον €6 δισ. για την καταβολή των συντάξεων του δημοσίου.
 
Οι οριζόντιες περικοπές και τα υπόλοιπα μέτρα περιστολής των συνταξιοδοτικών δαπανών που έχουν παρθεί από το 2010, παρότι ξεπερνούν τα €10 δισ., δεν έχουν αποδώσει σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, διότι 1ον) δε συνδυάστηκαν με την κατάργηση των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων, με συνέπεια να προστεθεί ένα μεγάλο «κύμα» νέων συνταξιούχων υπό το φόβο της αβεβαιότητας, και 2ον) λόγω της παρατεταμένης ύφεσης που συρρίκνωσε το εργατικό δυναμικό και μείωσε τα έσοδα των ταμείων. Το κλειδί για τη σωτηρία του ασφαλιστικού συστήματος είναι η επίτευξη σταθερών ρυθμών ανάπτυξης για τα επόμενα χρόνια και η προσέλκυση μεγάλου αριθμού επενδύσεων, ώστε να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας, να μειωθεί η ανεργία και να εισρεύσει ζεστό χρήμα στα ταμεία.