Παρασκευή 27 Νοεμβρίου 2015

Νέο ποινολόγιο εφορίας: H χαρά των φοροφυγάδων

Η νέα πολιτική ποινών για φορολογικές παραβάσεις καταργεί τα αυτοτελή πρόστιμα που επιβάλλονταν μέχρι πρότινος για κάθε μη εκδοθείσα απόδειξη και μειώνει κατακόρυφα το ύψος τους, συνδέοντας τα με το ΦΠΑ που αναλογεί στο ποσό της απόδειξης, αν αυτή είχε εκδοθεί. Πιο συγκεκριμένα:
Με το προηγούμενο καθεστώς ο ελεύθερος επαγγελματίας ή επιχειρηματίας υποχρεούταν να πληρώσει πρόστιμο €250 για κάθε απόδειξη/τιμολόγιο που δεν έκοβε, ενώ το ποσό αυξανόταν σε €500 για μεγαλύτερες επιχειρήσεις, με διπλογραφικά λογιστικά βιβλία. Για συναλλαγές που ξεπερνούσαν τα €5.000, το πρόστιμο ήταν ίσο με το 25% του ποσού των μη εκδοθεισών αποδείξεων. Το ανώτατο όριο για τα επιβαλλόμενα πρόστιμα δεν μπορούσε να ξεπεράσει συνολικά τα €30.000.
Με το νέο καθεστώς, το πρόστιμο το οποίο θα κληθεί να πληρώσει ο παραβάτης ελεύθερος επαγγελματίας/επιχειρηματίας περιορίζεται στο 50% του ΦΠΑ που αναλογεί στην αξία των αποδείξεων που δεν εξέδωσε.
Παράδειγμα: έστω ένα εστιατόριο κατά τον έλεγχο που διενεργήθηκε αποκαλύφθηκε ότι δεν είχε εκδώσει 5 αποδείξεις συνολικού ποσού €1.000. Με το παλιό καθεστώς θα είχε κληθεί να πληρώσει πρόστιμο ίσο με: 5 x €250 = €1.250.
Με το νέο όμως καθεστώς θα πληρώσει μόλις: €1.000 x 23% (ΦΠΑ) x 50% = €115.
Όπως παρατηρούμε, το νέο πρόστιμο θα είναι μειωμένο κατά 90% έναντι του παλιού!!!
Επίσης, με αυτό τον τρόπο ωφελείται οποιοσδήποτε επιλέξει να μην κόβει αποδείξεις, καθώς ακόμη κι αν του επιβληθεί πρόστιμο, αυτό θα είναι το μισό από το ποσό που θα πλήρωνε στην εφορία αν έκοβε κανονικά! Το κέρδος του δηλαδή είναι στην χειρότερη περίπτωση το 50% του ΦΠΑ, το οποίο παρότι το εισπράττει κανονικά από τους πελάτες του δεν το επιστρέφει παρανόμως στο κράτος.
Αδιαμφισβήτητα το κίνητρο φοροδιαφυγής που δίνει η νέα νομοθεσία είναι μεγάλο. Το γεγονός αυτό μας προκαλεί πολύ αρνητική εντύπωση, τη στιγμή μάλιστα που η χώρα χάνει περίπου €10 δισ. έσοδα ετησίως εξαιτίας αυτής (€7 δισ. από ΦΠΑ + €3 δισ. από φόρο εισοδήματος). Αντί λοιπόν το κράτος να εξαλείψει το φαινόμενο, προτιμά σταθερά να καταφεύγει στην υπερφορολόγηση, γονατίζοντας την οικονομία και επιβαρύνοντας δυσανάλογα τους νομοταγείς πολίτες εις βάρος των φοροφυγάδων.
Αποτέλεσμα αυτής της οικτρής πολιτικής είναι:
1. Ότι παρότι τα τελευταία 5,5 χρόνια έχουμε πάρει φορολογικά μέτρα ύψους €31 δισ., τα φορολογικά έσοδα του 2015 εμφανίζονται μειωμένα κατά €5 δισ. σε σύγκριση με το 2009
2. Η Ελλάδα κατέχει την πρώτη θέση στην Ευρώπη σε φόρους και εισφορές ως ποσοστό επί των αποδοχών, αφού τα 2/3 του μισθού των Ελλήνων κατευθύνονται άμεσα ή έμμεσα στο κράτος.
3. Η μαύρη οικονομία αγγίζει τα €45 δισ. ετησίως, ξεπερνά δηλαδή το 25% του δηλωθέντος εθνικού εισοδήματος (ΑΕΠ 2015 = €179 δισ.).
Οι φορολογικές αρχές προέβησαν σε αυτές τις αλλαγές, απογοητευμένες από τη χαμηλή εισπραξιμότητα που εμφάνιζαν τα επιβληθέντα πρόστιμα. Η λογική τους δηλαδή ήταν να τα μειώσουν στο ελάχιστο δυνατό επίπεδο, ώστε να μπορούν να τα εισπράττουν. Το σκεπτικό όμως αυτό είναι λάθος. Πρώτον μαθηματικά, διότι τα έσοδα από τα πρόστιμα θα είναι πολύ χαμηλότερα από τα σημερινά, ακόμα κι αν εισπράττονται 100%, καθώς όπως είδαμε τα επιβαλλόμενα ποσά είναι μειωμένα έως 90%. Δεύτερον, διότι δεν αντιμετωπίζεται το αίτιο που οδηγεί στη μειωμένη εισπραξιμότητα και κατ' επέκταση στη φοροδιαφυγή.
Το αίτιο είναι η ατιμωρησία και η χαλαρή στάση με την οποία αντιμετωπίζονται στη χώρα μας τα φαινόμενα μη τήρησης των νόμων.
Αν ο παραβάτης γνώριζε ότι εφόσον δεν πληρώσει το πρόστιμο θα του αφαιρεθεί η άδεια άσκησης επαγγέλματος ή λειτουργίας της επιχείρησης, ασφαλώς και θα ήταν συνεπής. Στην πράξη όμως κάτι τέτοιο ως επί το πλείστον δε συμβαίνει.
Προτείνεται λοιπόν:
1. Την πρώτη φορά που ο επιχειρηματίας / ελεύθερος επαγγελματίας αποκαλυφθεί ότι δεν τηρεί τη φορολογική νομιμότητα, επιβολή υψηλού προστίμου, πχ. τουλάχιστον το διπλάσιο του ΦΠΑ που αναλογεί στο ποσό της μη εκδοθείσας απόδειξης, και αυστηρή προειδοποίηση.
2. Τη δεύτερη φορά προσωρινή αφαίρεση άδειας άσκησης επαγγέλματος ή λειτουργίας της επιχείρησης, για διάστημα πχ. 1 μηνός
3. Την τρίτη φορά επιβολή οριστικής παύσης λειτουργίας / αφαίρεσης άδειας.
Η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής προϋποθέτει αφενός να καλλιεργηθεί στους πολίτες το αίσθημα φορολογικής δικαιοσύνης και αφετέρου να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη τους προς την ικανότητα του κράτους να εφαρμόζει τους νόμους.

Τετάρτη 11 Νοεμβρίου 2015

ΕΣΠΑ 2014-20: Τι είναι και πώς μπορεί να φέρει την ανάπτυξη

Ευρεία συζήτηση έχει αναπτυχθεί το τελευταίο διάστημα σχετικά με το κατά πόσο το νέο ΕΣΠΑ (Εθνικό Στρατηγικό Πλαίσιο Αναφοράς) της περιόδου 2014-20 μπορεί να συνδράμει στην επίτευξη της πολυπόθητης ανάπτυξης. Πολλοί είναι εκείνοι που θεωρούν ότι αποτελεί αντίβαρο στα σκληρά δημοσιονομικά μέτρα του 3ου μνημονίου και σημαντική ευκαιρία για τη χώρα να ξεφύγει από την οικονομική καθίζηση των τελευταίων ετών. Τα ευρωπαϊκά προγράμματα χρηματοδότησης εφαρμόζονται με διάφορες ονομασίες εδώ και 30 χρόνια, έχοντας συμβάλλει ουσιαστικά στην άνοδο του βιοτικού επιπέδου της Ελλάδας. Για πρώτη φορά όμως η επικείμενη εφαρμογή του νέου ΕΣΠΑ έχει καλλιεργήσει τόσες ελπίδες, καθώς αναμένεται ως σταγόνα βροχής στην ξηρασία της σημερινής λιτότητας.
Η χώρα μας από το 1986 μέχρι σήμερα έχει λάβει συνολικά €71 δισ. από 5 διαφορετικά προγράμματα ενίσχυσης, ενώ επιπλέον περίπου €80 δισ. έχουν διοχετευτεί στον αγροτικό τομέα δια μέσου των γεωργικών επιδοτήσεων.
Πιο συγκεκριμένα:

2015-11-09-1447085511-4700560-image004.jpg
Όπως βλέπουμε οι συνολικοί κοινοτικοί πόροι προς την Ελλάδα ξεπερνούν τα €186 δισ., αν στους ήδη εισπραχθέντες προσμετρήσουμε το νέο πρόγραμμα (€21 δισ.), όπως και τις αγροτικές ενισχύσεις (€15 δισ. = 2,5 ανά έτος) της περιόδου 2015-20. Αδιαμφισβήτητα είναι ένα τεράστιο ποσό, που ξεπερνά κατά €7 δισ. το ΑΕΠ της χώρας.
Διαχρονικά μάλιστα το ποσοστό της συμμετοχής της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη χρηματοδότηση των έργων είναι ιδιαίτερα υψηλό σε σχέση με την Εθνική συμμετοχή, αφού κυμαίνεται από 70% μέχρι 80% του συνολικού προϋπολογισμού. Ακόμη, στις περισσότερες των περιπτώσεων η χώρα μας λάμβανε ως προκαταβολή ένα ποσό της τάξης του 5%-10%. Το παρακάτω γράφημα εμφανίζει την ιστορική εξέλιξη της συμμετοχής ανά πρόγραμμα:
2015-11-09-1447085550-141905-image005.jpg

Δυστυχώς μεγάλες παλινωδίες και καθυστερήσεις στην απορρόφηση των κονδυλίων έχουν παρατηρηθεί σε αυτά τα 30 χρόνια εφαρμογής των προγραμμάτων, από όλες ανεξαιρέτως τις κυβερνήσεις.
Τα αίτια ανάγονται στις βασικές παθογένειες της κρατικής διοίκησης:
• Απουσία μακρόπνοου, ολοκληρωμένου αναπτυξιακού σχεδίου
• Έλλειψη προετοιμασίας για τη σωστή κατανομή των πόρων και την απρόσκοπτη απορρόφησή τους
• Χρονοβόρες διαδικασίες και γραφειοκρατία
• Αδιαφανείς διαδικασίες και διάτρητα κριτήρια ένταξης και αξιολόγησης
Ως συνέπεια, δεν αξιοποιήθηκαν μεγάλα ποσά από κάθε πλαίσιο στήριξης, με αποτέλεσμα είτε να χαθούν εντελώς, είτε να μεταφερθούν στο επόμενο «πακέτο», αφαιρώντας όμως ισόποσους πόρους από το αρχικό πλάνο χρηματοδότησης. Κατά μέσο όρο περίπου το 25% των προβλεπόμενων κονδυλίων δεν απορροφήθηκαν σε κάθε πρόγραμμα και αυτό ισοδυναμεί σε σωρευτική απώλεια κοινοτικών χρημάτων ύψους €16 δισ. στη διάρκεια των 30 ετών.
Το παρακάτω διάγραμμα είναι αποκαλυπτικό:

2015-11-09-1447085574-9339950-image006.jpg
Για παράδειγμα, από το προηγούμενο ΕΣΠΑ δεν ολοκληρώθηκαν περίπου 1.400 έργα συνολικού ύψους €4,4 δισ., τα οποία θα ενταχθούν στο νέο πρόγραμμα, αφαιρώντας όμως έτσι ισόποσους διαθέσιμους πόρους.
Το ΕΣΠΑ 2014-20 ρίχνει το βάρος σε τομείς που η χώρα μας εμφανίζει κενά και αδυναμίες. Τα κονδύλια μοιράζονται σε 1) Επιχειρησιακά και 2) Περιφερειακά προγράμματα.
Τα Επιχειρησιακά διακρίνονται σε 6 κατηγορίες:
α) Επιχειρηματικότητα- Ανταγωνιστικότητα, 
β) Υποδομές-Μεταφορές-Περιβάλλον, 
γ) Ανάπτυξη Ανθρώπινου Δυναμικού - Εκπαίδευση - Δια βίου μάθηση, 
δ) Μεταρρύθμιση Δημόσιου Τομέα, 
ε) Αγροτική Ανάπτυξη, 
στ) Αλιεία.
Τα περιφερειακά μοιράζονται γεωγραφικά στις 13 περιφέρειες της Ελλάδας για να καλύψουν τις κατά τόπους ανάγκες τους.
Πιο συγκεκριμένα:
2015-11-09-1447085595-27294-image007.jpg

Στο σκέλος της επιχειρηματικότητας εστιάζει στην καινοτομία και τις νέες τεχνολογίες, ενώ δίνει προτεραιότητα σε 9 τομείς:
1) Τουρισμός, 
2) Αγροτικός τομέας τροφίμων,
3) Μεταφορές, 
4) Περιβαλλοντική & 
5) Δημιουργική βιομηχανία, 
6) Φάρμακα, 
7) Ενέργεια, 
8) Τεχνολογία Πληροφορικής & Επικοινωνιών και 
9) Πολιτισμός.
Τα μεγάλα έργα σε μετρό Αθήνας - Θεσσαλονίκης, στο οδικό και σιδηροδρομικό δίκτυο, σε αεροδρόμια και λιμάνια, καθώς και η διαχείριση των αποβλήτων και ζητήματα περιβάλλοντος και ενέργειας εντάσσονται στην 2η κατηγορία.
Η μεταρρύθμιση του δημόσιου τομέα με την αυξημένη χρήση ηλεκτρονικών διαδικασιών, την αναβάθμιση των υπηρεσιών προς τους πολίτες και τη μείωση της γραφειοκρατίας, είναι ίσως το δυσκολότερο στοίχημα του νέου προγράμματος.
Τέλος, μεγάλο βάρος δίνεται στην παραγωγικότητα του αγροτικού τομέα, μεενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και του εξαγωγικού χαρακτήρα των γεωργικών αγαθών, την ανάπτυξη καινοτόμων προϊόντων και τη στήριξη των νέων αγροτών.
Για να επιτύχει αυτό το φιλόδοξο πρόγραμμα χρειάζεται η δημόσια διοίκηση να επιδείξει υψηλή μεθοδικότητα, προγραμματισμό και αποτελεσματικότητα. Απαραίτητη εξίσου προϋπόθεση είναι η σύνταξη και ψήφιση του νέου αναπτυξιακού νόμου, καθώς ο παλιός έληξε τον Μάρτιο 2014 κι από τότε παραμένει ανενεργός! Εκκρεμεί επίσης η χρηματοδότηση πολλών επενδυτικών σχεδίων, συνολικού ύψους €5,7 δισ., τα οποία έχουν αναπόφευκτα κολλήσει.
Ο νέος αναπτυξιακός νόμος θα πρέπει:
• Να παρουσιάσει εύληπτα και αντικειμενικά κριτήρια ένταξης, τα οποία θα στηρίζονται σε μετρήσιμους στόχους.
• Να δίνει φορολογικά (π.χ. «μαξιλάρι» αφορολόγητου αποθεματικού) καιχρηματοοικονομικά κίνητρα (π.χ. επιδότηση επιτοκίου).
Να κατανείμει τις ενισχύσεις μεταξύ των περιφερειών με βάση τα σημερινά οικονομικά στοιχεία και το οικονομικό τους μέγεθος, δίνοντας μεγαλύτερη βαρύτητα σε εκείνες που παρουσιάζουν μικρό κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε σχέση με το μέσο όρο της ΕΕ.
Να επιταχύνει τις χρονοβόρες διαδικασίες με τη χρήση ηλεκτρονικών συστημάτων και την αυστηρή τήρηση των προθεσμιών. (ΣΗΜ: ο χρόνος μεταξύ της υποβολής της αίτησης και της τελικής εκταμίευσης ξεπερνούσε κατά μέσο όρο τα 2 έτη, αφού παρατηρούνταν μεγάλες καθυστερήσεις στη διενέργεια των ελέγχων...).
Να δημιουργήσει μητρώο ελεγκτών - αξιολογητών, με αδιάβλητο σύστημα αξιολόγησης, σαφείς επιχειρησιακές διαδικασίες, κώδικα δεοντολογίας και σύσταση δ/νσης εσωτερικού ελέγχου. Επιπλέον, μη συσχέτιση της ομάδας των τελικών ελεγκτών με την ομάδα της αξιολόγησης του σχεδίου.
Να ενισχύσει τη διαφάνεια με τη δημοσίευση στο ΦΕΚ όλων των επενδυτικών σχεδίων τα οποία λαμβάνουν ενίσχυση.

Η αλήθεια για την αύξηση φόρου στις μικρές ζυθοποιίες

Εκτεταμένη δημόσια συζήτηση και έντονες διαφωνίες, ακόμη και μέσα στο κυβερνητικό στρατόπεδο, έχει ξεσηκώσει η επικείμενη ψήφιση της αύξησης του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (ΕΦΚ) στις μικρές παραγόμενες ποσότητες μπύρας (από 15.000 έως 200.000 εκατόλιτρα). Σήμερα ισχύει η μέγιστη επιτρεπόμενη από την ΕΕ έκπτωση 50% στον ΕΦΚ για τις ζυθοποιίες που παράγουν έως 200,000 εκατόλιτρα ετησίως. Με βάση όμως το νέο νομοσχέδιο, η έκπτωση αυτή θα ισχύει μόνο μέχρι το όριο των 15,000. Από εκεί και πάνω θα μειώνεται βαθμιαία σε 45% έως τα 50,000, σε 40% εφόσον η παραγωγή ξεπερνά τα 50.000 και σε 25% αν ξεπερνά τα 100.000.

Πιο συγκεκριμένα:  


Όπως φαίνεται κι από τον πίνακα, η αύξηση του ΕΦΚ μπορεί να φτάσει το 50%, από €1,30 που είναι σήμερα σε €1,96, για μια εταιρεία με παραγωγή μεγαλύτερη των 100 χιλ εκατόλιτρων. Ο συντελεστής του φόρου δεν είναι κλιμακωτός, αλλά ο μέγιστος προβλεπόμενος σε όλο το μέγεθος της παραγωγής. Πχ. για παραγωγή 150 χιλ ισούται με: 150.000 x €1,95 = €292,500.

Ο δημοσιονομικός στόχος του φόρου είναι η αύξηση των δημοσίων εσόδων κατά €3,4 δις.

Σε σύγκριση με τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη, η Ελλάδα εμφανίζει από τους υψηλότερους ΕΦΚ. Όσον αφορά τη διαβάθμιση του φόρου, το παρακάτω διάγραμμα δείχνει ότι στις κύριες παραγωγικές χώρες υπάρχει εξίσου βαθμιαία αύξησή του ανά επίπεδο παραγωγής.


Η μεγάλη όμως διαφορά με την Ελλάδα είναι ότι οι αγορές αυτές λειτουργούν σε συνθήκες διευρυμένου μονοπωλιακόυ ανταγωνισμού. Για παράδειγμα στη Γερμανία λειτουργούν περίπου 1,700 μικροζυθοποιίες  με συνολικό μερίδιο μεγαλύτερο του 20% της αγοράς. Στη χώρα μας αντίθετα επικρατεί ολιγοπώλιο, καθώς 2 εταιρείες κατέχουν το 87% του τζίρου και οι υπόλοιπες 20 μόλις το 13%.   

Πιο συγκεκριμένα, η Ελληνική αγορά μπύρας παρουσιάζει τζίρο γύρω στα €475 εκ, διαθέτοντας περίπου 39 εκ λίτρα μπύρας ετησίως. Περίπου το 50% αφορά πωλήσεις «ζεστής» μπύρας (από κάβες,supermarkets κτλ), ενώ το υπόλοιπο 50% πωλήσεις «κρύας» μπύρας (μαγαζιά, ταβέρνες, bars κτλ). Οι 2 κυρίαρχοι παίχτες είναι η Αθηναϊκή Ζυθοποιία, μέλος του πολυεθνικού ομίλου της Heineken, με 60% μερίδιο και ετήσια παραγωγή 2,3 εκ εκατόλιτρα, και η Ολυμπιακή Ζυθοποιία, που δημιουργήθηκε μετά τη συγχώνευση της Μύθος (μέλος του ομίλου Carlsberg) και της Fix, με 27% μερίδιο και παραγωγή 1,1 εκ εκατόλιτρα. Ακολουθούν με μεγάλη διαφορά, αλλά ανοδική τάση οι ελληνικές ζυθοποιίες Μακεδονίας – Θράκης και Αταλάντης με 4% έκαστο μερίδιο και παραγωγή κοντά στα 200 χιλ εκατόλιτρα η κάθε μία, και κατόπιν οι υπόλοιπες μικροζυθοποιίες, που αθροιστικά φτάνουν το 5% της αγοράς. Αναλυτικά:


Η αύξηση λοιπόν του φόρου στην ελληνική αγορά μπύρας αναμένεται να έχει αρνητικό αντίκτυπο στις 2 μεσαίες ελληνικές ζυθοποιίες  (Μακε-Θράκης και Αταλάντης), στις οποίες βάσει επιπέδου παραγωγής θα εφαρμοστεί ο αυξημένος κατά 50% ΕΦΚ. Η αύξηση της τιμής θα κυμανθεί από 2,5 – 5 σεντς ανά λίτρο (ανάλογα με το βαθμό Plato – ποσοστό σακχάρων) και αναμένεται να μετακυλήσει επιβαρύνοντας ισόποσα τους καταναλωτές. Σε μικρότερο βαθμό θα επηρεαστούν και οι 2 ροδίτικες ζυθοποιίες, VAP και Ελληνική Ζυθοποιία Ρόδου, που παράγουν περί τα 30.000 εκατόλιτρα ετησίως. Οι υπόλοιπες μικροζυθοποιίες παράγουν κάτω από 5.000  εκατόλιτρα κι ως εκ τούτου διατηρούνται στο ίδιο καθεστώς ΕΦΚ. 

Η αύξηση της τιμής αναμένεται να επηρεάσει αρνητικά τις πωλήσεις των μεσαίων ζυθοποιιών και να μειώσει τα μερίδια αγοράς τους προς όφελος των 2 κυρίαρχων πολυεθνικών επιχειρήσεων. Επιπλέον, θα πλήξει και την ανταγωνιστικότητά τους έναντι των ισχυρότερων ανταγωνιστών, που επιτυγχάνουν φθηνότερο κόστος παραγωγής και οικονομίες κλίμακας. Αυτός είναι και ο μεγάλος φόβος όλων των «μικρών» της αγοράς: ότι η πιθανή μείωση της διεισδυτικότητας των μεσαίων εταιρειών στην αγορά, ιδίως της «κρύας» μπύρας, θα συμπαρασύρει προς τα κάτω και τη δική τους διεισδυτικότητα και θα ενισχύσει περαιτέρω τις 2 μεγάλες εταιρείες, μετατρέποντας τες σε απόλυτους κυρίαρχους του παιχνιδιού.

Η σταδιακή εξαφάνιση όμως των μικρών και η παρουσία ολιγοπωλίου δεν ευνοεί τους καταναλωτές. Αντίθετα, η διατήρηση υγιούς ανταγωνισμού και η διεύρυνση του κλάδου είναι προς όφελος και της κοινωνίας και των δημόσιων εσόδων.

Για την επίλυση του ζητήματος και την παράλληλη επίτευξη του δημοσιονομικού στόχου των 3,4 δις ευρώ προτείνονται οι εξής 2 εναλλακτικές λύσεις:

1.       Ο φόρος να αυξηθεί αναλογικά για όλους, να υπάρξει δηλαδή αύξηση και για εκείνους με παραγωγή άνω των 200,000 εκατόλιτρων ετησίως.

2.       Ο φορολογικός συντελεστής αντί να παραμένει ενιαίος από το πρώτο λίτρο παραγωγής, να γίνει κλιμακωτός μέχρι το επίπεδο των 200.000 εκατόλιτρων. Πχ. κάποιος που παράγει 175.000 εκατόλιτρα, να πληρώσει ΕΦΚ €1,30 για τα πρώτα 15.000, €1,44 για τα επόμενα 35 χιλ (μέχρι τα 50.000),  €1,56 μέχρι τα 100.000 και €1,95 μέχρι τα 100.000.  

Τρίτη 3 Νοεμβρίου 2015

Τέλη Κυκλοφορίας: Νέα αύξηση ή υπάρχει κι άλλος δρόμος?


Σε άλυτο σταυρόλεξο τείνει να εξελιχθεί για την κυβέρνηση η κατάρτιση των νέων τελών κυκλοφορίας. Ο δημοσιονομικός στόχος για έσοδα €1,1 δις το 2015 είναι αδύνατον να επιτευχθεί με τις παρούσες συνθήκες και το υπ. Οικονομικών προσανατολίζεται σε αύξηση των τελών, στοχεύοντας κυρίως σε οχήματα υψηλής εμπορικής αξίας και μεγάλου κυβισμού. Η πρόθεση αυτή όμως είναι εκτός πραγματικότητας για τους εξής λόγους:

1.    Τα αυτοκίνητα που κυκλοφορούν στην Ελλάδα σήμερα είναι στην πλειοψηφία τους μικρού κυβισμού και ο μέσος όρος ηλικίας τους ξεπερνά πλέον τα 12 έτη. Ο στόλος δεν έχει ανανεωθεί μετά το ξέσπασμα της κρίσης λόγω της οικονομικής δυσπραγίας, ενώ η χαμηλότερη φορολογία δίνει ισχυρό κίνητρο για στροφή σε μικρότερα και παλαιότερα αυτοκίνητα. Όπως φαίνεται στο παρακάτω διάγραμμα, σε σύνολο 3,6 εκ αυτοκινήτων, το 56% του στόλου είναι άνω των 10 ετών, ενώ μόλις το 9% είναι έως 5 ετών.


Επιπλέον, το παρακάτω γράφημα αποκαλύπτει ότι το 35% του στόλου έχουν κινητήρα μέχρι 1.357 κυβικά εκατοστά και μόλις το 7% είναι μεγάλου κυβισμού (άνω των 1.900 κ.εκ.).


2.    Οι νέες πωλήσεις αφορούν ως επί το πλείστον πετρελαιοκίνητα αυτοκίνητα χαμηλών εκπομπών ρύπων, τα οποία απολαμβάνουν αισθητά μειωμένα τέλη κυκλοφορίας (ΣΗΜ: τα αυτοκίνητα που κυκλοφόρησαν μετά την 1/11/2010 φορολογούνται με βάση τους ρύπους και όχι τα κυβικά τους)

3.    Οι εμπορικές αξίες, ιδίως των λεγόμενων πολυτελών αυτοκινήτων, κυμαίνονται σε χαμηλά επίπεδα, λόγω της μειωμένης ζήτησης, του υψηλού κόστους συντήρησης και της αυξημένης φορολόγησής τους.

Με τη σημερινή εικόνα και χωρίς καμία παρέμβαση από το υπουργείο, τα έσοδα αναμένεται να κυμανθούν στα €875 εκ, χαμηλότερα έναντι του στόχου κατά €-225 εκ. Πιο αναλυτικά:


Το πλέον πιθανό σενάριο για να καλυφθεί αυτή η διαφορά είναι το υπουργείο να προβεί σε αύξηση των μέσω τελών ανά όχημα από τα 240 ευρώ που είναι σήμερα στα 300 ευρώ (+20%). Κάτι τέτοιο συνεπάγεται ότι θα αυξήσει σημαντικά τη φορολόγηση των νέων, φιλικών προς το περιβάλλον οχημάτων. Η λογική δηλαδή ότι δίνουμε περιβαλλοντολογικά κίνητρα μέσω των χαμηλών τελών ενδέχεται να πάει περίπατο στο βωμό των εσόδων…

Πιο συγκεκριμένα, ΑΝ μετουσιωθεί στην πράξη αυτό το σενάριο:



Υπάρχει όμως κι άλλος δρόμος: αυτή τη στιγμή κυκλοφορούν περίπου 900,000 αυτοκίνητα, χωρίς οι ιδιοκτήτες των οποίων να έχουν καταβάλλει τέλη κυκλοφορίας. Οι απώλειες εσόδων για το κράτος ανέρχονται σε €220 εκ, όσο δηλαδή και η διαφορά έναντι του στόχου! Αυτοί θα μπορούσαν πολύ εύκολα να εντοπιστούν μέσω της διασταύρωσης των στοιχείων με τη δήλωση φόρου εισοδήματός τους, στην οποία εμφανίζεται το όχημα που έχουν στην κατοχή τους. Αν εξακριβωθεί ότι όντως δεν έχουν καταθέσει πινακίδες, θα πρέπει να κληθούν να καταβάλλουν τα τέλη που τους αναλογούν. Με αυτό τον τρόπο, θα καλυφθεί η δημοσιονομική διαφορά και θα αποφευχθούν νέες οριζόντιες αυξήσεις.

Από το παραπάνω παράδειγμα γίνεται ξεκάθαρο ότι το αντίδοτο στη συνεχή υπερφορολόγηση είναι η αυξημένη αποτελεσματικότητα του φοροεισπρακτικού μηχανισμού που θα τονώσει την εισπραξιμότητα των φόρων και θα μειώσει τις απώλειες εσόδων. Χρειάζεται όμως εκ βάθρων αναδιοργάνωσή των υπηρεσιών και ψηφιακή ενοποίησή τους.

Αντί επιλόγου:
Θυμίζουμε ότι τα τέλη κυκλοφορίας εισήχθησαν για πρώτη φορά το 1953 από τον τότε υπουργό οικονομικών κ. Μαρκεζίνη, ως έκτακτος φόρος για την ενίσχυση των πληγέντων από τους σεισμούς κατοίκων της Κεφαλονιάς!